Εν όψει της επετείου της αποφράδας μέρας
Του Δημήτρη Γαρούφα*
«Πέρα ψηλά στον Όλυμπο, στον Αϊ Λιά, στη ράχη
καθετ’ αετός δικέφαλος, κάθεται στο προσήλιο,
κρατούσε και στα νύχια του ανθρώπινο κεφάλι.
Κι άλλος αετός που διάβαινε τον εκαλημερίζει.
-Μπράτιμέμ τίνος είν αυτό το μαύρο το κεφάλι
Και το τηράς παράλυπα και χύνεις μαύρα δάκρυα;
-Βλάμημ τώρα που με ρώτησες θα σου το μαρτυρήσω
Εψές προψές που διάβαινα της Πόλης τα μπουγάζια,
είδα την Πόλη Τούρκεψε, Τούρκοι διαβαίνουν μέσα,
Και το δικό μας Βασιλιά κομμένο το κεφάλι,
κομμένο και το πέταξαν εκεί σε μια κολώνα.
Τούρκοι το τρουιρίζανε και το περιγελούσαν.
Ξάμωσα με τα νύχια μου, ξάμωσα και το πήρα…»
Το τραγούδι αυτό καταγράφηκε στους Σαρακατσάνους της Βουλγαρίας και το πρωτοδημοσίευσα στο βιβλίο μου «Σαρακατσάνικη παράδοση – η κληρονομιά μιας πανάρχαιας φυλής», εκδ. Αφών Κυριακίδη Α.Ε., α’ έκδοση 1982 και β’ έκδοση 1998. Εκφράζει τη θλίψη για τον χαμό του τελευταίου αυτοκράτορα αλλά συμβολικά και την πίστη τους ότι δεν χάθηκαν όλα, γι’ αυτό ο αετός που πήρε το κεφάλι από την Πόλη το πήγε στον Όλυμπο, στο βουνό των Θεών, που σημαίνει ότι ο αγώνας μεταφέρθηκε στις απάτητες βουνοκορφές όπου λημεριάζουν αετοί και οι Κλεφταρματολοί.
Η παράδοση των ορεσίβιων Σαρακατσάνων είχε πάντα δύο πόλους, την Πόλη και τα Άγραφα, και γι’ αυτό στον γάμο εύχονταν στον κουμπάρο: «Πάντα νουνός και τιμημένος, στην Πόλη ξακουσμένος και εις τ’ Άγραφα γραμμένος» ενώ με σεβασμό αποκαλούσαν «διδάχο» τον Πατροκοσμά και τιμούσαν τη μνήμη του και γιατί διαβεβαίωνε ότι οπωσδήποτε θα έρθει το ποθούμενο για το ελληνικό γένος.
Σήμερα φαντάζουν γραφικά όλα αυτά, αλλά αυτή η παράδοση ιχνηλατεί τις ρίζες του Ελληνισμού, δείχνει πως και πριν από την Άλωση στον ελλαδικό χώρο και ιδιαίτερα στους ορεσίβιους πληθυσμούς υπήρχε συνείδηση Ελληνισμού και θα έλεγα ότι η Άλωση της Πόλης επιτάχυνε τη διαδικασία αποκρυστάλλωσης και ισχυροποίησης της συνείδησης του ελληνικού γένους
Θέλοντας να δω ποια στοιχεία της παράδοσης συνετέλεσαν στο να παραμείνουν με συνείδηση ελληνικού γένους πληθυσμοί που ζούσαν ξεκομμένοι για αιώνες σε γειτονικές χώρες, μετά το 1989 που άνοιξαν τα σύνορα, αναζήτησα τους Σαρακατσάνους που είχαν αποκλειστεί στη Βουλγαρία και στα Σκόπια. Επισκέφθηκα τις περιοχές όπου ζουν, έκανα πολλές συζητήσεις κι έγραψα σαν χρονικό της πορείας τους, της παρουσίας και των στόχων τους το βιβλίο με τίτλο «Οι Σαρακατσάνοι ομογενείς μας στη Βουλγαρία και την περιοχή Σκοπίων», εκδ. Αφών Κυριακίδη – Θεσ/νίκη 1992. Με ενδιέφερε περισσότερο να δω και να καταγράψω ποια στοιχεία ήταν αυτά που συνετέλεσαν στο να κρατήσουν ζωντανή τη συνείδηση του ελληνικού Γένους, ενώ ζούσαν σχεδόν 200 χρόνια εκτός ελλαδικού χώρου, τι ήταν αυτό που τους οδηγούσε με επιμονή να μαθαίνουν στα παιδιά τους την ελληνική γλώσσα, τι ήταν αυτό που τους οδήγησε τον Αύγουστο του 1997 να αφιερώσουν το ετήσιο αντάμωμά τους στην Κύπρο, καλώντας μεταξύ άλλων ως ομιλητή και βουλευτή από τη Λευκωσία, ίσως για να δείξουν ότι ο Ελληνισμός είναι ενιαίος.
Μελετώντας διαχρονικά την ελληνική παράδοση πέρα από το φολκλόρ πρέπει να αναζητούμε τον «ελληνικό τρόπο», το πώς κατάφεραν οι υπόδουλοι Έλληνες να δημιουργήσουν συνεργατικούς θεσμούς και θαυμαστούς θεσμούς αλληλεγγύης, πώς έλυναν τις διαφορές με τη διαιτησία για να έχουν αυτονομία, πώς μπορεί διαχρονικά η ηγεσία με το παράδειγμά της να κεντρίσει το φιλότιμο και να τους συνεγείρει για άλματα προς τα εμπρός, και να αναζητηθούν τα στοιχεία που συνέβαλλαν στο να παραμένουν με συνείδηση ελληνικού γένους πληθυσμοί που ζουν σε γειτονικές χώρες αποκλεισμένοι για αιώνες .Να δούμε ακόμη πώς από την Άλωση της Πόλης καταφέραμε μετά 400 χρόνια δουλείας να φτάσουμε στην Εθνεγερσία του 1821. Να δούμε πώς από το 1897 φτάσαμε στο 1912 που διπλασιάσαμε την Ελλάδα, πώς κατάφερνε ο Ελληνισμός μέσα από τα ερείπια να αναγεννιέται. Με δυο λόγια, να αναζητήσουμε το αντίδοτο στην παρακμή, τα στοιχεία που διαχρονικά οδηγούσαν σε αναγέννηση του Ελληνισμού, για να χαράξουμε ίσως μια καλύτερη πορεία για το μέλλον.
*Δικηγόρος, πρώην πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης