Η Ελλάδα είναι από τις χώρες που κινδυνεύουν περισσότερο από ζέστη και λειψυδρία
Του Ιωάννη Χατζηθεοδοσίου*
Στις αρχές Μαρτίου ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος (ΕΟΠ) δημοσιοποίησε την πρώτη έκθεση για την εκτίμηση του κλιματικού κινδύνου στην Ευρώπη.
Όπως εκτιμά ο ΕΟΠ, η υπερθέρμανση του πλανήτη θα μπορούσε να προκαλέσει ετήσιες οικονομικές απώλειες άνω του 1 τρισ. ευρώ στις χώρες της Ε.Ε. μέχρι το 2100, με τα ακραία κλιματικά φαινόμενα να απειλούν κρίσιμους παραγωγικούς τομείς, τα οικοσυστήματα, τις υποδομές, την ενεργειακή και επισιτιστική ασφάλεια, αλλά και την υγεία και την ποιότητα ζωής των πολιτών.
Σήμερα οι θερμοκρασίες στην Ευρώπη ανεβαίνουν δύο φορές πιο γρήγορα απ’ ό,τι σε άλλες περιοχές του πλανήτη. Η Ελλάδα είναι μεταξύ των χωρών που κινδυνεύουν περισσότερο από τις επιδράσεις της ζέστης και της λειψυδρίας, σε τομείς όπως η αγροτική παραγωγή, ο θερινός τουρισμός, αλλά και το περιβάλλον, λόγω των συχνότερων πυρκαγιών.
Η κινητοποίηση της Ευρώπης ενάντια σε αυτές τις απειλές δεν είναι μέχρι τώρα επαρκής. Η Ε.Ε. έχει θέσει φιλόδοξους στόχους για τη μείωση των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα έως το 2050, ωστόσο καθυστερεί η ανάληψη δράσης για τη θωράκιση των μελών της απέναντι στους κλιματικούς κινδύνους.
Καθώς οι κίνδυνοι αυτοί φτάνουν πλέον σε κρίσιμα επίπεδα, είναι επείγουσα η ανάγκη για δραστικά μέτρα προετοιμασίας. Είναι απαραίτητες η διάθεση πόρων και η κινητοποίηση δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων –ιδιαίτερα στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου– για την αναβάθμιση της ανθεκτικότητας των υποδομών, για την προστασία της ακτογραμμής, για την αναδιάρθρωση και την προσαρμογή της αγροτικής παραγωγής και του τουρισμού, για την αντιμετώπιση των πλημμυρών κ.ά.
Επιβάλλεται, επίσης, η ενίσχυση των ευρωπαϊκών μηχανισμών αλληλεγγύης για την αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών. Οι πόροι του σημερινού Ταμείου Αλληλεγγύης της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι ανεπαρκείς μπροστά στις αυξανόμενες ανάγκες, ενώ οι διαδικασίες χορήγησης της βοήθειας είναι εξαιρετικά χρονοβόρες. Είναι ανάγκη να προβλεφθεί ένα κοινό ευρωπαϊκό χρηματοδοτικό εργαλείο, με επαρκή κονδύλια για να καλύπτει την παροχή αποζημιώσεων, την αποκατάσταση των υποδομών και του παραγωγικού ιστού σε περιοχές που πλήττονται από φυσικές καταστροφές.
Η χώρα μας οφείλει να εστιάσει άμεσα σε μέτρα για την ενίσχυση κρίσιμων υποδομών. Πρέπει, ταυτόχρονα, να υπάρξουν γενναίες πολιτικές στον πρωτογενή τομέα για την προστασία υφιστάμενων και την ανάπτυξη νέων καλλιεργειών, να δοθεί έμφαση σε νέες στρατηγικές στον τομέα του τουρισμού, στην επιτάχυνση των επενδύσεων σε ΑΠΕ και στην υποστήριξη της πράσινης μετάβασης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Χρειάζεται, τέλος, άμεση λήψη μέτρων για την προστασία των νησιών μας, που αντιμετωπίζουν εντονότερα τη λειψυδρία εξαιτίας της ανομβρίας.
Η κλιματική αλλαγή δεν είναι πλέον μια μακρινή απειλή, αλλά ένας ορατός κίνδυνος για την Ευρώπη. Είναι ανάγκη να περάσουμε από τις προειδοποιήσεις και τις διαπιστώσεις σε πράξεις, ώστε να αποτρέψουμε ή έστω να μετριάσουμε τις επιπτώσεις τις κρίσης.
*Πρόεδρος ΕΕΑ και επίτιμος διδάκτορας ΠΑ.ΠΕΙ.
Για μιά επιστημονική αποδόμηση της «κλιματικής κρίσης»:
1. Δ. Κουτσογιάννης,
Τι είναι και τι θέλει η «κλιματική κρίση»
Τοποθεσία παρουσίασης:
https://www.itia.ntua.gr/el/docinfo/2284/
Τοποθεσία βίντεο:
https://www.youtube.com/watch?v=lodkIpgRE-c&list=PLeu-GM4No7aGSUV1m-4CHUc3O3AtlR0YL&index=1&pp=iAQB
2. Η μελέτη που έχει σαν συνσυγγραφείς τους Έλληνες:
Δ. Κουτσογιάννη, Α. Χριστοφίδη
με τίτλο:
On hens, eggs, temperatures and CO₂: Causal links in Earth’s atmosphere
Πηγή:
https://www.itia.ntua.gr/en/docinfo/2342/
ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ:
– Η βασική θέση της δημοσίευσης είναι ότι η αύξηση της θερμοκρασίας
της ατμόσφαιρας του πλανήτη είναι το αίτιο που προκαλεί την αύξηση του
διοξειδίου του άνθρακα. Επομένως η υπόθεση ότι υφίσταται αύξηση της
θερμοκρασίας λόγω των ανθρωπογενών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα
(που αποτελεί τη βάση της «κλιματικής αλλαγής/κρίσης») δέν ευσταθεί.
Φίλε Φερώνυμε
Εξαιρετική η παρουσίαση που προτείνεις, καιρός να υπάρξει αντίδραση στη νοητική μας υποβάθμιση που επιχειρείται από τους στρατευμένους της παγκοσμιοποίησης.
Στον καύσωνα του 1987 θυμάται κανείς πόσα θύματα είχαμε; Μήπως ήταν χιλιάδες;