Του Πάνου Σώκου
Νόμος του κράτους είναι πλέον η επιστολική η ψήφος. Πρώτη φορά στην Ιστορία της χώρας δίνεται η δυνατότητα επιστολικής ψήφου στις ευρωεκλογές, αλλά και στα δημοψηφίσματα για όλους τους Έλληνες πολίτες που είναι εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους. Το μέτρο προβλέπεται να εφαρμοστεί αρχικά στις ευρωεκλογές του Ιουνίου 2024 και στα εθνικά δημοψηφίσματα, ενώ η προσπάθεια της κυβέρνησης να το περάσει και για τις εθνικές εκλογές έπεσε στο κενό.
Η καθιέρωση της επιστολικής ψήφου είναι σίγουρα μια θετική εξέλιξη εκσυγχρονισμού της εκλογικής διαδικασίας, ενώ παρουσιάζεται από την κυβέρνηση -μεταξύ άλλων- και ως ένα αντίβαρο στην αποχή, καθώς δίνει κίνητρο για συμμετοχή στις εκλογές, ιδίως όσον αφορά ειδικές κατηγορίες ψηφοφόρων που δυσκολεύονται να προσέλθουν στο εκλογικό τμήμα (ηλικιωμένοι, ΑμεΑ, εποχικοί εργαζόμενοι, φοιτητές κ.ά.). Σε κάθε περίπτωση, η αποχή από τις εκλογές αυξάνεται τα τελευταία χρόνια με γεωμετρική πρόοδο και είναι ένα σοβαρό πρόβλημα που έχουν να αντιμετωπίσουν η χώρα και η ίδια η πολιτική.
Αν το νέο μέτρο θα πετύχει τον στόχο για μείωση της αποχής, μένει να φανεί στις ευρωεκλογές. Ωστόσο διευκολύνει σε μεγάλο βαθμό να πάρουν μέρος στις εκλογές εκείνοι οι ψηφοφόροι που δεν προσέρχονται στην κάλπη λόγω αντικειμενικών δυσκολιών, όπως είναι οι υπερήλικοι, οι ασθενείς, τα άτομα με αναπηρία, οι νέοι που δουλεύουν σεζόν, οι εργαζόμενοι τις ημέρες των εκλογών, μαθητές που μπορεί να έχουν εξετάσεις, οι ψηφοφόροι που ζουν στο εξωτερικό ή βρίσκονται στο εξωτερικό την ημέρα των εκλογών. Φυσικά δεν αφορά μόνο αυτούς, αλλά ισχύει για το σύνολο του εκλογικού σώματος εντός και εκτός Ελλάδας. Αν λοιπόν δεχτούμε ότι η αποχή σε μεγάλο βαθμό οφείλεται σε αυτούς τους λόγους, τότε, ναι, η επιστολική ψήφος θα βοηθήσει στη μείωσή της και το πρόβλημα θα λυθεί.
Δυστυχώς, όμως, δεν είναι έτσι. Η αποχή δεν οφείλεται μόνο στους παραπάνω λόγους. Έχει αποδειχθεί τα τελευταία χρόνια ότι η αποχή από τις εκλογές είναι αποτέλεσμα της αδυναμία και της αποτυχίας των κομμάτων να εκφράσουν τις ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας. Είναι αποτέλεσμα της απογοήτευσης των πολιτών από τα κόμματα, που όχι μόνο αδυνατούν να επιλύσουν βασικά προβλήματα, αλλά προκαλούν με τη στάση τους -ιδίως τα κόμματα εξουσίας- νέα, μεγαλύτερα προβλήματα. Απογοήτευση που οδηγεί στην απάθεια, στην παραίτηση, στην αδιαφορία και εν τέλει στην αποχή. Η απάθεια των πολιτών σχετίζεται και με την απόσταση των πολιτών από τα κέντρα λήψης των αποφάσεων και με την αίσθηση που κυριαρχεί ότι η άποψή τους δεν φτάνει στα κέντρα λήψης των αποφάσεων, ούτε καν στη Βουλή, η οποία λειτουργεί με το «έτσι θέλω» της εκάστοτε πλειοψηφίας, μπλοκάροντας συχνά και συσκοτίζοντας τη διερεύνηση σκανδάλων αλλά και σημαντικών υποθέσεων που απασχολούν την κοινή γνώμη.
Σε κάθε περίπτωση, η αποχή που οφείλεται στους παραπάνω λόγους είναι από μόνη της μία πολιτική στάση που παράγει πολιτικό αποτέλεσμα. Αποτέλεσμα συνήθως αρνητικό, γιατί οι απέχοντες εκχωρούν επί της ουσίας το δικαίωμά τους να συμμετέχουν στην εκλογή κυβέρνησης – αντιπολίτευσης σε άλλους, με αποτέλεσμα το κόμμα που κερδίζει τις εκλογές να εκπροσωπεί τη μειοψηφία της κοινής γνώμης. Κι αυτό το πρόβλημα δεν το λύνει η επιστολική ψήφος. Θα λυθεί τότε και μόνο τότε, όταν το κόμματα αποκαταστήσουν την αξιοπιστίας της πολιτικής (την οποία τα ίδια υπονόμευσαν) με λύσεις ουσιαστικές στα προβλήματα των πολιτών.