Του Νίκου Γ. Μερτζάνη
Δύο εβδομάδες πέρασαν από την εκλογική αναμέτρηση της 9ης Ιουνίου και όλα μοιάζουν να παραμένουν ίδια κι όμοια, σαν να μην έγιναν εκλογές, σαν να μην «έφυγαν» τα μηνύματα από τις κάλπες προς όλες τις κατευθύνσεις. Η κυβέρνηση συνεχίζει ακάθεκτη την προηγούμενη πορεία της, παρά το γεγονός ότι η ρητορική των στελεχών έχει πια μια δόση αυτοσυγκράτησης, για να μη χαρακτηρίζονται αλαζόνες υπουργοί και βουλευτές στις δημόσιες τοποθετήσεις τους.
Από την άλλη πλευρά, στην αντιπολίτευση θεωρούν ότι οι ευρωεκλογές ήταν η ευκαιρία για να λύσουν όλοι με όλους τις διαφορές τους. Η συμπεριφορά στελεχών και του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝ.ΑΛ. δεν συνάδει με τη συντριπτική ήττα που υπέστη η Ν.Δ. Όλες οι πλευρές μοιάζουν σαν να περίμεναν το συγκεκριμένο αποτέλεσμα ή ένα παρόμοιο αποτέλεσμα για να εκκινήσουν οι διαδικασίες αλλαγής, συμπόρευσης ή ό,τι άλλο έχει στις σκέψεις του το καθένα από αυτά τα στελέχη.
Το μήνυμα που έστειλαν οι πολίτες στα κόμματα της αντιπολίτευσης, κυρίως σε αυτά που κινούνται στον χώρο του κέντρου, της Κεντροαριστεράς και της Αριστεράς, το χρησιμοποιούν ο καθένας όπως θέλει και συμφέρει τις επιδιώξεις του. Μόνο που ακόμη μία φορά οι πολίτες βλέπουν τους πολιτικούς να ασχολούνται με τα εσωκομματικά τους περισσότερο παρά με τα πραγματικά προβλήματα που απασχολούν την ελληνική κοινωνία.
Χωρίς αφοριστική διάθεση, αλλά με την ανάγκη περιγραφής της πραγματικότητας, το συμπέρασμα που εξάγεται είναι ότι, παρά το γεγονός ότι η παγίδα έχει παλιώσει, εντούτοις τα κόμματα της αντιπολίτευσης έπεσαν μέσα.
Η επικοινωνιακή κυριαρχία της κυβέρνησης δεν επιτρέπει ούτε το παραμικρό λάθος από τα υπόλοιπα κόμματα, καθώς η υπεροπλία σε πρόθυμα ΜΜΕ μετατρέπει την τρίχα σε τριχιά, με αποτέλεσμα η επικαιρότητα να εξαντλείται στις διεργασίες που λαμβάνουν χώρα στον ΣΥΡΙΖΑ και στο ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝ.ΑΛ., ποιος έκανε την πιο σκληρή δήλωση, ποιος έδιωξε ποιον, ποιοι είναι οι δελφίνοι και ούτω καθεξής. Τι μένει εκτός επικαιρότητας; Η κριτική της αντιπολίτευσης στην κυβέρνηση, καθώς η υποχρέωση της παρουσίας της στα ΜΜΕ εξαντλείται στις εσωτερικές και τις υπαρξιακές της διαδικασίες.
Χθες ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης επισκέφτηκε το υπουργείο Ανάπτυξης και τον νέο υπουργό Τάκη Θεοδωρικάκο, όπου ανακοίνωσε ότι θα παραταθούν τα αποτυχημένα μέτρα του προηγούμενου διαστήματος: «Είχαμε μείωση του πληθωρισμού, αλλά πρέπει να μειωθούν και οι τιμές στο ράφι» είπε ο κ. Μητσοτάκης και δεν… κουνήθηκε φύλλο ή μάλλον δεν έγινε γνωστό ότι υπήρξαν αντιδράσεις από την αντιπολίτευση. Κι όμως, υπήρξαν αντιδράσεις, καθώς πολλά στελέχη όλων των κομμάτων στηλίτευσαν το γεγονός ότι ο κ. Μητσοτάκης δεν ανακοίνωσε ουσιαστικά κάποιο μέτρο που θα μπορούσε να αποκλιμακώσει άμεσα τις τιμές των προϊόντων στα ράφια των σούπερ μάρκετ, όπως η μείωση ή και ο μηδενισμός του ΦΠΑ στα είδη πρώτης ανάγκης. Μάλιστα, για το συγκεκριμένο μέτρο έχει καταστεί άκυρο το αφήγημα των κυβερνητικών στελεχών, πως το μέτρο δεν έχει αποδώσει όπου έχει εφαρμοστεί. Η κεντρική τράπεζα της Ισπανίας ανακοίνωσε ότι η μείωση του ΦΠΑ στα είδη πρώτης ανάγκης πέτυχε και θα παραταθεί.
Η συζήτηση στα τηλεοπτικά πάνελ αρχίζει και τελειώνει με τα συμβαίνοντα στον ΣΥΡΙΖΑ και στο ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝ.ΑΛ., και όχι στις προτάσεις της αντιπολίτευσης για όσα απασχολούν τους πολίτες. Είναι χαρακτηριστική του τι ακριβώς συμβαίνει 14 μέρες μετά τις ευρωεκλογές, οπότε η Ν.Δ. υπέστη ήττα, μια φράση βουλευτή της και πρώην υπουργού, που έγινε και η αιτία για τη συγγραφή αυτού του άρθρου: «Αν ήμασταν εμείς στη θέση της αντιπολίτευσης, καθημερινά θα ήμασταν στη Βουλή να ασκούμε κοινοβουλευτικό έλεγχο και να μην αφήνουμε την κυβέρνηση να πάρει ανάσα. Περνούν απίστευτα πράγματα χωρίς έλεγχο και χωρίς αντίδραση».
Αντί αυτής της πρακτικής, η αντιπολίτευση προσφέρει στην κυβέρνηση τον χρόνο που χρειάζεται για να επουλώσει τις πληγές της από το εκλογικό αποτέλεσμα.
ΚΥΡΙΕ ΜΟΥ, Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΠΛΗΓΕΣ ΝΑ «ΕΠΟΥΛΩΣΕΙ», ΟΠΩΣ ΓΡΑΦΕΤΕ, ΠΡΟΣΦΕΡΟΝΤΑΣ ΜΑΣ ΜΙΑ ΑΝΑΛΥΣΗ ΔΕΚΑΕΤΙΑΣ 1990.
Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΕΙΝΑΙ Η ΙΔΙΑ ΜΙΑ ΜΕΓΑΛΗ ΜΑΦΙΟΖΙΚΗ ΠΛΗΓΗ, ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΦΥΓΕΙ ΑΜΕΣΑ.