Για να ζήσει η χώρα: Κουράγιο, καρτερία και συντροφικότητα

Ζούμε έναν τραγέλαφο, μια συνεχή επανάληψη των ίδιων πραγμάτων. Μοιάζει να μη διορθωνόμαστε, να μη βελτιωνόμαστε!

Του Δημήτρη Δ. Σουφλέρη*

Στο κείμενο που ακολουθεί υπήρξε μια ομιλία της οποίας η καταγραφή -ηθελημένα- έγινε εκ των υστέρων. Παρουσιάστηκε ως παρέμβαση στο συνέδριο «Το υπαρξιακό πρόβλημα της χώρας στην τροχιά του 21ου αιώνα. Συμβολή στην επίγνωση και την αντιμετώπισή του». Η επιλογή του αποσπάσματος της συνέντευξης του Κορνήλιου Καστοριάδη ήταν το μόνο που είχε προαποφασιστεί εκ μέρους μου. Θεωρώ τόσο τις προ 35ετίας διαπιστώσεις ενός σημαντικού Έλληνα διανοητή όσο και την αέναη επανάληψη σφαλμάτων και την επιλογή μιας σπειροειδούς καθοδικής πορείας προς το έρεβος της εθνικής και πολιτιστικής μας ύπαρξης τραγικά γεγονότα. Διάγουμε προφανέστατα τα ύστατα έτη. Υπάρχουν όμως ακόμη και οι ύστατες αντιστάσεις: ανθρώπων, φίλων, συντρόφων, ψυχών. Προτείνω μέσα στον ζόφο την ελπίδα της γνήσιας συντροφικότητας, των ολίγων αλλά «επί το αυτό» συνευρισκομένων. Ίσως έτσι κατορθώσουμε το δύσκολο. Να μη γίνει τραγική πραγματικότητα αυτό που από το 1986 είχε γράψει ο Χρ. Γιανναράς: Finis Graeciae. H oμιλία μου είχε μια στόχευση στα ζητήματα του τόπου ως περιβάλλοντος. Αλλά ουσιαστικά απλώνεται η θεώρησή της στο καθόλου της σύγχρονης ελληνικότητας.

Το θέμα του συνεδρίου, που είναι για το υπαρξιακό πρόβλημα της χώρας, ενοποιείται και ταυτίζεται με το υπαρξιακό πρόβλημα του χώρου της χώρας, δηλαδή αφενός η χώρα ως κράτος, ως μορφή, ως πολιτισμός, ως οικονομία κινδυνεύει να υπάρχει ή τουλάχιστον κινδυνεύει να υπάρχει  με τις μορφές που την ξέρουμε στον 21ο αιώνα. Αλλά ο χώρος της χώρας, ο τόπος δηλαδή, αυτός πια κι εάν κινδυνεύει με όλους τους τρόπους. Και οι τρόποι που με απασχολούν και στους οποίους θα αναφερθώ είναι και το φυσικό περιβάλλον και το ανθρωπογενές περιβάλλον.

Και τα δύο υποφέρουν στη χώρα μας κατά τρόπο τραγικό. Το φυσικό περιβάλλον σε όλες του τις εκφάνσεις, μόνο ο αέρας δεν κινδυνεύει αυτή τη στιγμή και, βέβαια, αν βάλουμε μέσα τον παράγοντα μόλυνση και αυτός κινδυνεύει. Θάλασσες, βουνά, κάμποι, ποτάμια τα πάντα είναι υπό ανάπτυξη, τα πάντα τα κυνηγάμε για να τα χρησιμοποιήσουμε σε κάτι, τα βλέπουμε χρησιμοθηρικά. Οι οικισμοί και οι πόλεις μας είναι γνωστό σε ποια κατάσταση βρίσκονται, είναι σε μια κατάσταση όπου οι πόλεις μας είναι οι πόλεις με το λιγότερο πράσινο στον κόσμο και ταυτοχρόνως ζούμε όλοι και έχουμε συνηθίσει σε αυτή την εικόνα, το να θεωρούμε κλάδεμα των δέντρων την καρατόμηση των δέντρων. Εάν δηλαδή κάποιος στα δέντρα, τα οποία συναντάει στα πεζοδρόμια των πόλεών του, δεν αισθάνεται μία ευαισθησία για το ότι αυτό είναι μια υποβάθμιση της ζωής του, τότε τι ψάχνουμε, θα καταλάβει ότι πάνω στα βουνά μας κόβουν την κορυφή και τα κάνουμε αιολικά πάρκα (όπως τα λέμε) ή τους κάμπους τους στερούμε από την παραγωγή για να τους κάνουμε φωτοβολταϊκά πάρκα;

Το υπαρξιακό λοιπόν καταντάει οντολογικό, δηλαδή το αν θα υπάρχει η «ύπαρξη» ή αυτή καθαυτή η ζωή της ίδιας της Ελλάδας και του Ελληνισμού ή του φυσικού περιβάλλοντος και ότι έχουμε αντιληφθεί με αυτές τις έννοιες στα επόμενα χρόνια. Φοβάμαι ότι αν δεν κάνουμε κάτι, θα φτάσουμε σε ένα σημείο που δεν θα έχουμε φυσικό περιβάλλον, ας αφήσω το πολιτιστικό. Αλλά θα έχουμε μικρά πάρκα τα οποία θα τα επισκεπτόμαστε, όπως τώρα τους ζωολογικούς κήπους, για να έχουμε μια εικόνα φυσικού περιβάλλοντος.

Θεωρώ ότι είναι τραγικό όλο αυτό το πράγμα. Σε ένα τεύχος του ΑΝΤΙ του 1987, διαβάζουμε τα ακόλουθα. Πρόκειται για μια συνέντευξη του Κορνήλιου Καστοριάδη από εκείνη την εποχή. Ο τίτλος  αυτού του τμήματος της συνέντευξης είναι «οι Βάρβαροι και οι Νεοέλληνες». Τον ρωτάει λοιπόν η δημοσιογράφος: «Ποιες είναι οι εντυπώσεις σας από τις σχέσεις των ανθρώπων με τον τόπο και ιδιαίτερα από την επέμβασή του στο τοπίο;» Η απάντηση του 1987: «Η Ελλάδα ή ο ελλαδικός χώρος έχει υποστεί άπειρες εισβολές και καταστροφές από τους ονομαζόμενους βαρβάρους. Αρχίζουμε τουλάχιστον από τους Ρωμαίους, οι οποίοι ισοπέδωσαν την Κόρινθο το 146 π.Χ. Ακολουθούν ο Σύλλας, οι Γαλάτες, οι Γότθοι, οι Αλαμανοί, οι Σλάβοι, οι Βούλγαροι, οι Φράγκοι, οι Τούρκοι και τελευταία οι Γερμανοί. Το άθροισμα όλων αυτών των καταστροφών είναι μικρότερο από την καταστροφή που έκαναν οι Νεοέλληνες οι ίδιοι στον τόπο τους τα τελευταία 25-30 χρόνια. Όταν ήμουνα παιδί, πήγαινα στην Ελευσίνα. Το τοπίο ήταν καταπληκτικό. Πραγματικά αισθανόσουν ότι θα μπορούσε να είχε υπάρξει μία Δήμητρα, θεά της γης, και ότι γίνονταν μυστήρια εκεί πέρα. Ήταν αυτός ο αφάνταστος Ελαιώνας, η θάλασσα η καθαρή και απέναντι η Σαλαμίνα. Και τώρα χάρη στις διαδοχικές κυβερνήσεις, μεταξύ των οποίων πρώτη και καλύτερη φυσικά η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή, να μην τα ξεχνάμε αυτά τα πράγματα, η περιοχή έχει μεταμορφωθεί σε βιομηχανικό σκουπιδαριό. Η είσοδος στην Αθήνα, η Ιερά Οδός, όπου οι αρχαίοι Αθηναίοι φώναζαν «Ίακχε, Ίακχε», έχει καταντήσει κόλαση βρομιάς, δεξιά και αριστερά από την οποία υπάρχουν σωροί τρυπημένων λάστιχων. Αυτή την καταστροφή δεν την έκαναν ούτε οι Τούρκοι ούτε οι ναζί.  Την έκαναν οι Έλληνες με τον μέγα εθνικό ηγέτη Καραμανλή, επικεφαλής και ο άλλος  μέγας εθνικός ηγέτης ο Παπανδρέου».

Και η συνέντευξη συνεχίζει στο ίδιο κλίμα.

Εάν όμως εμείς κάναμε τώρα ένα ταξίδι στον χρόνο και πηγαίναμε στο 1987, θα αισθανόμασταν ότι πηγαίνουμε σε μια Ελλάδα εκπληκτικά όμορφη, σχεδόν παραδείσια σε κάποια της κομμάτια! Σκεφτείτε τι έχει μεσολαβήσει από τότε μέχρι τώρα.

Δηλαδή, εμείς κιόλας που ασχολούμαστε λίγο παραπάνω με τη λαίλαπα των ΑΠΕ (των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας), που τότε δεν είχαμε κάτι τέτοιο, γιατί εκείνη την εποχή στην Ελλάδα, το ’87, είχαμε μια δοκιμαστική ανεμογεννήτρια στην Κύθνο και μία στη Μύκονο. Δεν είχαμε φωτοβολταϊκά, δεν είχαμε τίποτα από όλα αυτά. Δεν είχαμε όλα αυτά τα οποία έχουμε ζήσει τα επόμενα χρόνια. Από την άλλη προσπαθούσαμε να λύσουμε προβλήματα και δεν τα λύσαμε. Όπως το νέφος της Αθήνας, περάσαμε στα καταλυτικά  αυτοκίνητα κ.λπ.

Αυτό που τελικά θέλω να πω είναι ότι ζούμε έναν τραγέλαφο, μια συνεχή επανάληψη των ίδιων πραγμάτων. Μοιάζει να μη διορθωνόμαστε, να μη βελτιωνόμαστε. Και θα πει κάποιος «τι κάνουμε μέσα σε όλο αυτό;» Παρεμπιπτόντως θεωρώ ότι τώρα είμαστε σε μια πολύ χειρότερη κατάσταση, για πολιτικούς, οικονομικούς, ευρωπαϊκούς κ.λπ. λόγους.

Επειδή θα πρέπει ίσως να προτείνω κάτι καλό, εγώ θεωρώ ότι στη συνείδηση των ανθρώπων, που και κάποιοι άλλοι το είπαν στο σημερινό συνέδριο, στην αύξηση της αυτοσυνειδησίας μπορούμε να ποντάρουμε σε κάτι, να περιμένουμε κάτι για το μέλλον. Στο να αναπτύξουμε κουράγιο, να κρατήσουμε το κουράγιο και την καρτερία, χρειάζονται και τα δύο, θάρρος και υπομονή. Και θα πρέπει να στηρίζουμε ο ένας τον άλλον, δηλαδή αυτοί οι οποίοι βρίσκονται σε κάποιους αγώνες μπροστά, θα πρέπει να προσπαθούμε να τους στηρίξουμε, πραγματικά να τους στηρίξουμε. Δίνοντας πραγματικά νόημα στη λέξη σύντροφος και συντροφικότητα, που χρησιμοποιείται πολλές φορές υποκριτικά και υπό πολιτικό προκάλυμμα, χωρίς κάποιο ιδιαίτερο νόημα, ή χρησιμοποιείται από ανθρώπους που δεν είναι πραγματικοί σύντροφοι, που σε χτυπούν στην πλάτη υποκριτικά, μάλλον για να σε μαχαιρώσουν, αντί για να σε στηρίξουν.

Εάν στηρίξουμε και συνεχώς στηρίζουμε κάποιοι από εμάς κάποιους από εμάς, άλλωστε δεν θα είμαστε ποτέ πολλοί, ιδίως στην οικολογία ή στην αγάπη για τη φύση και τον πολιτισμό πάντα λίγοι θα είμαστε, τότε κάτι θα καταφέρουμε!

*Δικηγόρος

ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ

Please enter your comment!
Please enter your name here

Τελευταία άρθρα

Τρίτεκνοι και μετεγγραφές

Η κόρη μου πέρασε σε πανεπιστήμιο εκτός Αθηνών όπου μένουμε. Είμαστε τρίτεκνη οικογένεια και με ανυπομονησία περίμενα να υλοποιηθούν...

Νομιμοποιούν λαθρομετανάστες ενώ εξαγγέλλουν απελάσεις

Μέσα σε λίγες ημέρες η Ρόδος μετετράπη σε hot spot. Στην Κάρπαθο αποβιβάστηκαν δεκάδες λαθρομετανάστες. Στη Σάμο αποβιβάστηκαν 22,...

Η κυβέρνηση των Πακιστανών

Οι πολιτικές του Κυριάκου Μητσοτάκη και της κυβέρνησης της Ν.Δ. λειτουργούν περισσότερο για το καλό των Πακιστανών λαθρομεταναστών, παρά...

Ο Σωκράτης αποχαιρετά τον Αίσωπο και τη ζωή

Τούτες τις μέρες που σκοτείνιαζε νωρίς, οι νύχτες γίνονταν βαθιά σκούρες κι αργούσε να ξημερώσει. Ήθελε να μείνει μόνος...