Δίπλα στις γιορτινές βιτρίνες και τα λαμπιόνια ξεδιπλώνεται το παράλληλο σύμπαν των αστέγων
Του Νίκου Γ. Μερτζάνη
Είναι εικόνα επαναλαμβανόμενη, εποχική, κάθε που έρχονται γιορτές πλημμυρίζουν βιτρίνες και λαμπιόνια οι τηλεοπτικές οθόνες και εμφανίζονται έμπλεοι καταναλωτικής χαράς όλοι όσοι κάνουν βόλτα στους κεντρικούς δρόμους της Αθήνας, της Θεσσαλονίκης, οι οποίοι φαίνονται έτοιμοι να καταθέσουν χρήματα σε αγορές. Όχι, δεν εννοώ την εικόνα των αγορών και τις βιτρίνες, αλλά την άλλη, που είναι βγαλμένη θαρρείς από ένα παράλληλο, δυστοπικό σύμπαν, με τους αστέγους σε παράταξη δίπλα από τις λαμπερές βιτρίνες των καταστημάτων.
Αυτή είναι η εικόνα που, κατά την άποψη του γράφοντος, ένα σύστημα εξουσίας τη χρειάζεται για να λειτουργήσει ως φόβητρο για όλους αυτούς που περνούν αδιάφορα ή ενοχικά δίπλα από απλωμένες κουβέρτες και χαρτόκουτα πάνω στο πεζοδρόμιο. Υπάρχουν και χειρότερα, θα μπορούσε να λέει μια φανταστική φωτεινή επιγραφή πάνω από κάθε γωνιά όπου ξαπλώνει ένας άστεγος τη δυστυχία του.
Και έπειτα από κάθε βλέμμα ενοχής από τον περαστικό για τον φτωχούλη του Θεού, που δεν έχει πραγματικά στον ήλιο μοίρα, έρχεται η συνειδητοποίηση ότι δεν είναι και τόσο κακό να περνάς και να μην αγγίζεις τα αγαθά που δεν μπορείς να φτάσεις. Είναι εκείνη τη στιγμή που ο περαστικός κάνει πηδηχτά βηματάκια για να αποφύγει τον άστεγο που σηκώνεται. Τη στιγμή που κλείνει τη μύτη του για να μην τον ενοχλήσει αυτή η μυρωδιά η ανυπόφορη, της απόλυτης φτώχειας.
Τις τελευταίες μέρες αντίστοιχες εικόνες εμφανίζονται και στο timeline των μέσων κοινωνικής δικτύωσης από ανθρώπους οι οποίοι κι αυτοί τονίζουν την αντίφαση στους γιορτινούς δρόμους. Υπάρχει και η αναζήτηση ευθυνών όχι για την εικόνα που παρουσιάζουν οι άστεγοι δίπλα στους ναούς του υπερκαταναλωτισμού στην Ελλάδα, αλλά για την ουσία του προβλήματος και την εύρεση λύσης από την πλευρά των αρμοδίων.
Οι άστεγοι, για παράδειγμα, στην Αθήνα έχουν γίνει θέμα αντιπαράθεσης μεταξύ των δημοτικών παρατάξεων, ενώ και η κυβέρνηση, αυτή και η προηγούμενη με τον ίδιο πρωθυπουργό, λειτουργεί ως δημοσιογραφικός οργανισμός, διαπιστώνοντας το πρόβλημα. Απλή παράθεση του αριθμού των αστέγων, οι οποίοι πανελλαδικά πρέπει να ξεπερνούν τους 1.600, και πρωτοβουλίες των δήμων και της κυβέρνησης να βρεθούν υπνωτήρια.
Ακόμη κι αν υπάρχουν οι καλές προθέσεις για να βρουν βοήθεια οι άστεγοι, οι προσπάθειες καταλήγουν στο κενό. Αυτοί οι άνθρωποι, παρά το γεγονός ότι έχουν καταλήξει να βρίσκονται στους δρόμους και να κοιμούνται σε πεζοδρόμια και πάρκα, αισθάνονται ντροπή όταν η κοινωνία τούς συμπεριφέρεται με όρους φιλανθρωπίας, και όχι με όρους αλληλεγγύης. Χρησιμοποιούν τα υπνωτήρια πολλοί από αυτούς μόνο για να πλένονται.
Πολλοί από αυτούς αισθάνονται άσχημα με τη συμπεριφορά της εξουσίας απέναντί τους. Δουλειά, για να μπορέσουν να είναι λειτουργικοί στην κοινωνία, είναι η λύση, αλλά μάλλον δεν βολεύει. Αν αποκτήσουν δουλειά, ίσως και στέγη, θα φύγουν από τους δρόμους και τότε πώς θα αποτελούν φόβητρο για τους υπόλοιπους φτωχούληδες του Θεού;