Του Δημήτρη Γαρούφα*
Η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτών με έκπληξη πληροφορήθηκε μετά τις εκλογές του 2009 το οικονομικό αδιέξοδο της χώρας, που οδήγησε στη χρεοκοπία, στα Μνημόνια και στην παρακμή, γιατί μέχρι τότε οι πολιτικοί της χώρας δεν είχαν τολμήσει να πουν την αλήθεια στους πολίτες. Υπήρξε, βέβαια, η προειδοποίηση του Κ. Καραμανλή προεκλογικά το 2009, ο οποίος δεν υποσχέθηκε παροχές και μίλησε για ανάγκη λήψης μέτρων, αλλά οι πολίτες άκουγαν τον τότε ηγέτη του ΠΑΣΟΚ να τους καθησυχάζει λέγοντας «λεφτά υπάρχουν»… Δυστυχώς, εκείνη την εποχή κανείς πολιτικός δεν είπε ολόκληρη την αλήθεια στον ελληνικό λαό, κάτι που οι πολίτες δεν συγχώρεσαν στους παραδοσιακούς ηγέτες, και γι’ αυτό αρκετοί πολίτες, λειτουργώντας με το θυμικό, στράφηκαν και σε ακραίες πολιτικές δυνάμεις, θέλοντας κυρίως να εκδικηθούν το πολιτικό σύστημα.
Φοβούμαι ότι, τηρουμένων των αναλογιών, μία παρόμοια κατάσταση αντιμετωπίζουμε και τώρα στα εθνικά μας θέματα και ιδιαίτερα στο θέμα των ελληνοτουρκικών σχέσεων, δεδομένου ότι η Τουρκία μιλά καθημερινά για τη «Γαλάζια Πατρίδα» προσπαθώντας μεθοδικά να δημιουργήσει τετελεσμένα γεγονότα και εμείς δίνουμε την εικόνα ότι υποτονικά αντιδρούμε και δεν προλαβαίνουμε τα γεγονότα. Βεβαίως, την επιθετικότητα της Τουρκίας έχουν καταδικάσει πολλές χώρες, αλλά οι Έλληνες πολίτες έχουν την πικρή εμπειρία της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο το 1974 και με θλίψη θυμούνται τα απανωτά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας και του ΟΗΕ για αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων από την Κύπρο, που δεν έφεραν κανένα αποτέλεσμα και η Τουρκία έπειτα από 50 χρόνια εξακολουθεί να κατέχει το βόρειο μέρος της Κύπρου, γι’ αυτό με σκεπτικισμό διαβάζουν οι Έλληνες πολίτες για καταδίκες της τουρκικής επιθετικότητας από διεθνείς οργανισμούς και αρκετές χώρες.
Στη χώρα μας, κάποιοι, δειλά δειλά, με δηλώσεις τους μιλούν για αναγκαιότητα συμβιβασμού με κάποιες υποχωρήσεις εκατέρωθεν δήθεν, γεγονός που προβληματίζει τους πολίτες, που υποψιάζονται ότι λειτουργούν ως «λαγοί» για να προετοιμάσουν την κοινή γνώμη για δικές μας επώδυνες υποχωρήσεις.
Βεβαίως, η κυβέρνηση και ο πολιτικός κόσμος δηλώνουν ότι κάνουμε ό,τι πρέπει για να διαφυλάξουμε τα κυριαρχικά μας δικαιώματα και συχνά πυκνά γίνονται δηλώσεις και καταγγελίες της επιθετικότητας της Τουρκίας με επίκληση κανόνων του Διεθνούς Δικαίου. Δυστυχώς, δεν φτάνει αυτό, γιατί μάλλον υπερισχύει η διαχρονική αρχή που διατύπωσε ο Θουκυδίδης στην ιστορία του, ότι δηλαδή (σε μετάφρ. Ελ. Βενιζέλου): «Κατά την συζήτησιν των ανθρωπίνων πραγμάτων το επιχείρημα του Δικαίου αξίαν έχει, όπου ίση υπάρχει δύναμις προς επιβολήν αυτού, ότι όμως ο ισχυρός επιβάλλει ό,τι του επιτρέπει η δύναμίς του και ο ασθενής παραχωρεί ό,τι του επιβάλλει η αδυναμία του».
Δεν θέλω, και δεν έχει νόημα, να πούμε σήμερα περισσότερα. Δεν χρειάζεται να υπενθυμίσω ότι, δυστυχώς, η Ελλάδα εγκαταλείπει και τα οικονομικά ερείσματα που δημιούργησε τις προηγούμενες δεκαετίες στα Βαλκάνια και το κενό που αφήνουμε μεθοδικά το καλύπτει η Τουρκία λειτουργώντας ως περιφερειακή δύναμη, δημιουργώντας μακροπρόθεσμα και άλλα προβλήματα, για τα οποία κανείς δεν μιλά σήμερα στην Ελλάδα.
Τα επισημαίνω τώρα όλα αυτά, γιατί αυτόν τον μήνα, λόγω ΔΕΘ, θα περάσουν από τη Θεσσαλονίκη όλοι οι πολιτικοί ηγέτες και με ομιλίες και συνεντεύξεις θα αναφερθούν στην πορεία της χώρας. Οι Έλληνες πολίτες στην πλειοψηφία τους αναρωτιούνται για το πού βαδίζουμε. Νομίζω ότι ήρθε η ώρα να ειπωθεί όλη η αλήθεια στους πολίτες και με ομοψυχία η με ευρεία έννοια ηγεσία της χώρας να χαράξει στρατηγική για το μέλλον. Να μην επικαλούμαστε μόνο τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου, αλλά και ως χώρα να παίρνουμε πρωτοβουλίες και να αξιοποιούμε τις δυνατότητες που παρέχει.
*Δικηγόρος, πρώην πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης