Επίμετρο: Με τον Σπύρο Ασδραχά στο Παρίσι
Εκδ. Σταμούλη, Θεσσαλονίκη 2025
Απόσπασμα:
Τεκμήριο θετικό για την ύπαρξη κρυφού σχολειού δεν ήταν φυσικά δυνατόν να υπάρξει – αλλιώς τι κρυφό θα ήταν; Επομένως, θα ήταν μάλλον απίθανο να υποθέσει κανείς, όσο αισιόδοξος και όσο δεινός ιστοριοδίφης και αν ήταν, πως θα έβρισκε, σε κάποια κρύπτη του Μωριά, μια πέτρα με χαραγμένη την επιγραφή Κρυφό Σχολειό ή ότι θα έπεφτε πάνω σε κάποιο έγγραφο ίδρυσης τέτοιου σχολείου σε μια ορθόδοξη μονή. Ωστόσο, υπάρχει μια υποχρέωση εμβάθυνσης στο ζήτημα, καθώς άπτεται σημαντικών πλευρών της ιστορίας του Νέου Ελληνισμού, καθώς και των ιστοριογραφικών μεθόδων – κυρίως των σχέσεων μεταξύ ιστορικών πηγών και ερμηνείας.
Έχουμε εν προκειμένω προφανή απουσία θετικών τεκμηρίων, καθότι αυτό ακριβώς προϋποθέτει και η φύση του ζητήματος: η έννοια του κρυφού σχολειού ήταν εξαρχής μια συμβολική εγγραφή στην ιστορική συνείδηση του έθνους, ένας τρόπος περιγραφής μιας πραγματικότητας, της απουσίας επίσημων κοσμικών διδακτηρίων για τους κατακτημένους Έλληνες, στους πρώτους δύο αιώνες της Τουρκοκρατίας. Ακριβώς η απουσία τεκμηρίου για την ύπαρξη εκπαιδευτηρίων θύραθεν παιδείας σ’ αυτήν την περίοδο είναι η θετική βεβαιότητα για την εγκυρότητα της σχετικής προφορικής παράδοσης.
Για τα χρόνια εκείνα, ως κρυφά σχολειά νοούνται τα κελιά των μοναστηριών και οι σκοτεινοί νάρθηκες των εκκλησιών, εντός των οποίων οι κληρικοί δίδασκαν τα ελληνικά γράμματα, πριν την απόφαση του Οικουμενικού Πατριαρχείου να ιδρύσει επίσημες σχολές, μια απόφαση που ήρθε στις αρχές του 17ου αιώνα.
