Του Γιώργου Κ. Στράτου
Κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις ΙΩΛΚΟΣ το βιβλίο του αγαπημένου μου φίλου Βασίλη Θ. Χατζηιακώβου «Η δική μου Σόλωνος… και τρία σύννεφα στον ουρανό». Πρόκειται για ένα μοναδικό αφήγημα, ανθρωπογεωγραφία εκδοτών, λογοτεχνών, βιβλιοπωλών, βιβλιοφίλων και γενικώς ανθρώπων οι οποίοι δραστηριοποιήθηκαν επί της οδού Σόλωνος και τους πέριξ αυτής δρόμους και που εν πολλοίς καθόρισαν την πορεία του πολιτισμού στην πατρίδα μας τα τελευταία 30 χρόνια του 20ού αιώνα, μία από τις πλέον γόνιμες περιόδους του. Γάργαρη αναβλύζει από τις σελίδες του η δημιουργική ζωντάνια που διέκρινε αυτό το πιο πνευματικό κομμάτι της Αθήνας, ανέκαθεν και εσαεί, από τα Εξάρχεια και τη Νεάπολη μέχρι το Κολωνάκι. Η καλλιέργεια των ανθρώπων, η ανάγκη τους για μόρφωση και η διάθεσή τους για διάλογο, με ανοιχτό μυαλό προς όλες τις ιδέες, η επιθυμία τους να συνδέσουν την καθημερινότητα και τις φιλίες τους με την πνευματικότητα.
Πού πήγαν όλοι αυτοί οι εκδοτικοί οίκοι, τα βιβλιοπωλεία, τα στέκια και οι άνθρωποί τους σήμερα; Πώς ρήμαξε έτσι δραματικά και βίαια αυτή η κυψέλη του βιβλίου; Πώς μοιάζει ερημωμένος ένας δρόμος που εξ ονόματος και μόνο μας θυμίζει τη σημασία της «Σεισάχθειας» για την ανάσα στη ζωή μας; Άσε που όλοι αυτοί στους οποίους αναφέρεται ο Χατζηιακώβου, κατά το προηγούμενο του Σόλωνος, ήταν και έμποροι και ποιητές και μακάρι να ήταν και… νομοθέτες! Για να μη μιλήσω για όσους συγγραφείς και καλλιτέχνες χάθηκαν και χάνονται καθημερινά, δίχως ευκαιρία καμία, αποκλεισμένοι από κάθε βήμα, όπως αυτοί που περιγράφει ο αείμνηστος Θωμάς Γκόρπας στο «Περιπετειώδες κοινωνικό και μαύρο νεοελληνικό αφήγημα, εισαγωγή-βιογραφικά-ανθολόγηση (1850-1950)», (εκδ. Σίσυφος 1981). Ένας από τους σπουδαίους αυτούς βιβλιανθρώπους που είχα την τιμή να γνωρίσω από τον αγαπημένο μου φίλο, δημοσιογράφο Χρήστο Πριτσαπίδουλα (Γιαννακόπουλο).
Αποτελεί κορυφαίο ζήτημα για τη ζωή της πόλης η, με κάθε τρόπο, ανάταξη του πνευματικού της δυναμικού σε συγκεκριμένο τόπο. Είναι αδιανόητο η Αθήνα να μη διαθέτει πλέον ούτε ένα λογοτεχνικό στέκι ούτε μία συγγραφική πιάτσα! Πόσα έχουν στερηθεί οι πολίτες από την αδυναμία τους να συναντήσουν και να κρυφακούσουν συζητήσεις αντίστοιχες με το διάβασμα δεκάδων βιβλίων; Να καθοδηγηθούν από βιβλιοπώλες γνώστες-λειτουργούς; Να χαζέψουν στα ράφια; Να συνδέσουν τη γνώση με τη διασκέδαση; Εξίσου επείγουσα για τη συντήρηση της μνήμης μας είναι και η ευθύνη όσων γνωρίζουν και θυμούνται να καταγράψουν πρόσωπα, διαδρομές και καταστάσεις του πρόσφατου παρελθόντος και να αναδείξουν τα αντίστοιχα του απώτερου. Οι ρυθμοί με τους οποίους το παρελθόν μας, στην καλύτερη περίπτωση συσκοτίζεται, στη συνηθέστερη εξαερώνεται, είναι καταιγιστικοί. Αυταπόδεικτα συγκεκριμένοι άνθρωποι που δεν θέλουν ούτε να θυμόμαστε ούτε να γνωρίζουμε έχουν τους τρόπους να το επιβάλουν. Δεν πρόκειται για καμία συνωμοσιολαγνεία, απλή λογική είναι, βιωμένη σε πολλά δυστυχισμένα πετσιά εδώ και δεκαετίες… Ένας άλλος αδελφικός παιδικός μου φίλος, ο Βαγγέλης Χατζηβασιλείου, από τους κορυφαίους βιβλιοκριτικούς μας, τιτλοφόρησε το βιβλίο του για τη σύγχρονη ελληνική πεζογραφία «Η κίνηση του εκκρεμούς» (εκδ. ΠΟΛΙΣ, 2018). Συμβολικά προφητικός τίτλος. Γιατί η κίνηση προϋποθέτει ενέργεια και αυτή είναι που καλούμαστε να διασώσουμε σε χρόνους ανενεργούς…