Του Δημήτρη Γαρούφα*
Αφορμή για το σημερινό κείμενο ήταν τηλεφώνημα από φίλο που παλαιότερα ασχολήθηκε με την πολιτική, αλλά τώρα, όπως λέει, είναι απλά ενεργός πολίτης. Ήταν από αυτούς που στα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης συμμετείχαν στην ίδρυση μιας ανανεωτικής κίνησης που αγωνιζόταν για τη δημιουργία κομμάτων αρχών και τη λειτουργία τους με δημοκρατικές διαδικασίες, για προκριματικές εκλογές μέσω των οποίων θα επιλέγονταν οι υποψήφιοι των κομμάτων, για αξιοκρατική στελέχωση του δημόσιου τομέα, για περιορισμό της οικογενειοκρατίας και του ρουσφετιού, για θέσπιση κανόνων διαφάνειας στη δημόσια ζωή και πάταξη των φαινομένων διαφθοράς. Τα περισσότερα στελέχη της κίνησης αυτής στην πορεία του χρόνου ενσωματώθηκαν στη Ν.Δ. την περίοδο ηγεσίας των Ε. Αβέρωφ και Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, κάποιοι διακρίθηκαν στην πολιτική ζωή, άλλοι στον συνδικαλισμό ή στην Τ.Α. και την επιστήμη, όλοι διακρίθηκαν για το ήθος τους, αλλά οι αρχές για τις οποίες αγωνίστηκαν δεν έγιναν πράξη στην Ελλάδα.
Ο φίλος μου μού τηλεφώνησε για να μου πει μεταξύ άλλων ότι «η σημερινή κατάσταση είναι τρεις φορές χειρότερη από τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης. Ακόμα και το σκάνδαλο Κοσκωτά είναι… πταίσμα μπροστά σε αυτά που ακολούθησαν και σε όσα αποκαλύπτονται τώρα, ενώ κόμματα αρχών δεν αποκτήσαμε ποτέ και ο λαός αντιμετωπίζεται σαν αναγκαίο κακό».
Σε αρκετά από αυτά που μου είπε ο φίλος μάλλον έχει δίκιο. Τα φαινόμενα διαφθοράς αυξήθηκαν και, δυστυχώς, γίνονται ανεκτά κι από τα κόμματά μας, που, αντί να στηρίζουν τη Δικαιοσύνη στις έρευνες, προβάλλουν προσκόμματα. Κόμματα αρχών δεν αποκτήσαμε ποτέ, ενώ δεν επιδιώκεται η συμμετοχή των πολιτών στην καθημερινή άσκηση της εξουσίας. Βεβαίως έγιναν στο παρελθόν προσπάθειες για αντιγραφή δημοκρατικών διαδικασιών και θεσμών από ευνομούμενες χώρες, αλλά το παλαιοκομματικό πολιτικό μας σύστημα δεν το άντεξε. Ενδεικτικά μόνο αναφέρω ότι ο Κ. Μητσοτάκης, το 1989, έκανε προκριματικές εκλογές για υπόδειξη υποψηφίων στις οποίες ψήφιζαν τα Δ.Σ των πολλών και μαζικών τότε Τ.Ε. Αλλά και τότε το πολιτικό σύστημα δεν άντεξε τον θεσμό (σε νομό της Κεντρικής Μακεδονίας, για να μην κινδυνεύσει κάποιος ισχυρός, αποκλείστηκαν όλοι οι πρωτεύσαντες), ενώ συνήθως στα χρόνια της Μεταπολίτευσης η ανανέωση του πολιτικού προσωπικού γίνεται από κλειστό κύκλο ελεγχόμενων προσώπων, με αποτέλεσμα η χώρα να στερείται τις υπηρεσίες έντιμων και ικανών πολιτών που απογοητευμένοι αδρανοποιούνται.
Μια από τις παθογένειες της Μεταπολίτευσης ήταν οι αρχές με τις οποίες γαλουχούσαν τις Νεολαίες τους τα κόμματα, μαθαίνοντάς τους ότι σωστό είναι να σιωπούν για τα σκάνδαλα του κόμματός τους, αλλά να καταγγέλλουν τα σκάνδαλα των άλλων – κι όποιος παραβίαζε αυτόν τον κανόνα περιθωριοποιούνταν. Αυτά έφεραν ως αποτέλεσμα την αποξένωση των πολιτών από τα πολιτικά κόμματα που, αντί των εθελοντών, τώρα, με χρήματα του Κρατικού Προϋπολογισμού, χρυσοπληρώνουν επαγγελματίες, ενώ τα λίγα πλέον μέλη τους χρησιμοποιούνται συνήθως ως χειροκροτητές σε κλειστές συγκεντρώσεις. Η έκπτωση αρχών και αξιών και η απουσία ελέγχου είχαν ως αποτέλεσμα πολλά σκάνδαλα διαφθοράς, αναποτελεσματικό κρατικό μηχανισμό λόγω κακής στελέχωσης, με ανεπάγγελτους γόνους και μετριότητες του κομματικού σωλήνα, και έκπτωση της πολιτικής ζωής με αδιέξοδη ενίσχυση των άκρων.
Δεν έχει νόημα να πω περισσότερα για τη συζήτηση με τον φίλο μου, που μου θύμισε τις εποχές που οι νέοι είχαν ιδανικά κι αγωνίζονταν για αυτά, παρότι προδόθηκαν από τις πολιτικές ηγεσίες. Σε κάθε εκλογική αναμέτρηση, οι πολιτικοί ηγέτες υπόσχονται αλλαγή, αλλά η αλλαγή αυτή για να ωφελήσει τη χώρα πρέπει να είναι και αλλαγή νοοτροπίας. Πρέπει ο εκάστοτε πρωθυπουργός με θάρρος να λέει αλήθειες και να επιστρατεύει τους καλύτερους Έλληνες για να τον βοηθήσουν στην προσπάθειά του. Να δίνει τον τόνο λιτότητας, αποφεύγοντας τις εκατοντάδες ή χιλιάδες προσλήψεις μετακλητών υπαλλήλων σε κυβερνητικές υπηρεσίες, να θεσπίζει κανόνες διαφάνειας στη δημόσια ζωή, να στηρίζει την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης και να κάνει πιο συμμετοχικό το πολίτευμά μας στη λειτουργία του, επιδιώκοντας τη συμμετοχή των πολιτών με νέους θεσμούς. Να υπόκεινται σε έλεγχο τα πολιτικά κόμματα που χρηματοδοτούνται από τον Προϋπολογισμό και να επιδιώκονται ευρύτατες συναινέσεις στα μεγάλα θέματα του τόπου, ειδικά στα εθνικά. Είναι η ώρα που όλοι πρέπει να αναλογιστούμε τις ευθύνες μας, κι εμείς να λειτουργούμε ως ενεργοί πολίτες, αλλά και η ηγεσία της χώρας διαχρονικά να ηγείται πανεθνικής προσπάθειας αναγέννησης της Ελλάδας και να συμμετέχει πραγματικά στις θυσίες στις οποίες υποβάλλει τους πολίτες.
*Δικηγόρος, πρώην πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης