Μία ολόκληρη γενιά «κάηκε» για να καταφέρει η χώρα να επουλώσει τις πληγές που άφησαν οι καταστροφικές πολιτικές λιτότητας των δανειστών
Σχεδόν μια ολόκληρη γενιά θα χρειαστεί η χώρα μας για να επιστρέψει στα επίπεδα όπου βρισκόταν πριν από τα Μνημόνια και να επουλώσει τις πληγές που άφησαν οι καταστροφικές πολιτικές του ΔΝΤ, το οποίο σήμερα δίνει εύσημα στην κυβέρνηση για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.
Πριν από έναν μήνα έκλεισαν 15 χρόνια από την ημέρα που η χώρα μπήκε στο ΔΝΤ με την περιβόητη ανακοίνωση του ΓΑΠ από το ακριτικό Καστελόριζο – μια θλιβερή επέτειος, που συνέπεσε φέτος με την παρουσία του νέου υπουργού Οικονομικών Κυριάκου Πιερρακάκη στη Σύνοδο του ΔΝΤ στην Ουάσινγκτον.
Μιάμιση δεκαετία μετά, η οικονομία βρίσκεται μεταξύ σφύρας και άκμονος, καθώς οι παγωμένοι μισθοί των πολιτών, τα χιλιάδες «λουκέτα» στις επιχειρήσεις και τα συσσωρευμένα χρέη έχουν αφήσει ανεξίτηλο το αποτύπωμά τους, με τους περισσότερους να μην έχουν καταφέρει να συνέλθουν έως σήμερα. Οι πληγές της οικονομικής κρίσης και της λάθος «συνταγής» που ακολουθήθηκε είναι αποτυπωμένες ακόμα τόσο στο ελληνικό χρέος, όσο και στους φόρους και στο ΑΕΠ.
Η λάθος συνταγή
Οι συντελεστές ΦΠΑ το 2009 ήταν στο 19% και, ύστερα από αλλεπάλληλες αυξήσεις, έχουν μείνει «παγωμένοι» στο 24%, χωρίς να υπάρχει στον ορίζοντα κάποιο σενάριο μείωσης. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει με τη φορολογία φυσικών και νομικών προσώπων, ενώ έχει μπει στη ζωή των Ελλήνων και το «χαράτσι» του ΕΝΦΙΑ, το οποίο δεν προβλέπεται να καταργηθεί, παρότι ξεκίνησε ως έκτακτο μέτρο και έχει καταλήξει ως ο μεγαλύτερος και πλέον αποδοτικός φόρος για το κράτος.
Από το 2010 έως σήμερα οι συντελεστές του φόρου εισοδήματος έχουν αλλάξει πέντε φορές! Είναι ενδεικτικό πως το 2010 ένας μισθωτός με εισόδημα 15.000 ευρώ πλήρωνε φόρο 540 ευρώ. Σήμερα, με το ίδιο ακριβώς εισόδημα, καταβάλει… 2.000 ευρώ! Τα έσοδα από φόρους στην περιουσία των πολιτών παραμένουν σε πενταπλάσιο ποσοστό, καθώς από τα 500 εκατ. το 2008 βρίσκονται σήμερα κοντά στα 2,4 δισ.
Τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της Eurostat δείχνουν ότι οι άμεσοι φόροι στην Ελλάδα αποδίδουν το 26,83% των συνολικών φορολογικών εσόδων. Το ποσοστό αυτό αυξήθηκε το 2023 συγκριτικά με το 2022, οπότε είχε διαμορφωθεί στο 23,43%.
Ο μέσος όρος της ευρωζώνης διαμορφώνεται στο 34,12%, έναντι 33,79% το 2022. Στους έμμεσους φόρους, το ποσοστό στην Ελλάδα ανήλθε στο 44,37% το 2023 έναντι 47% το 2021.
Τι σημαίνουν τα παραπάνω; Πως, μαζί με την ανεξέλεγκτη ακρίβεια (που έχει πάψει να θεωρείται εισαγόμενη, από τη στιγμή που η ευρωζώνη καταγράφει πολύ χαμηλότερα ποσοστά πληθωρισμού), το διαθέσιμο εισόδημα των Ελλήνων «ροκανίζεται» συνεχώς και, σύμφωνα με τις αλλεπάλληλες εκθέσεις του ΟΟΣΑ, η χώρα μας «κοντράρεται» μόνο με τη γειτονική Βουλγαρία.
Η Ελλάδα παραμένει στην κορυφή των χωρών-μελών του ΟΟΣΑ όσον αφορά και τη φορολογική επιβάρυνση για τις οικογένειες με παιδιά, με τα στοιχεία του 2024 να αποτυπώνουν μια άμεση σύγκριση μεταξύ φορολογουμένων με και χωρίς παιδιά, όταν ο μέσος όρος των χωρών του ΟΟΣΑ είναι αρκετά χαμηλότερος. Η φορολογική επιβάρυνση για έναν εργαζόμενο με δύο παιδιά το 2024 άγγιξε το 37,3% του μέσου ακαθάριστου μισθού, ενώ για τους εργαζομένους χωρίς παιδιά έφτασε το 39,3%.
Η Ελλάδα κατατάσσεται στην 4η χειρότερη θέση μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ στην ανισότητα στη φορολογική επιβάρυνση, ακολουθούμενη από χώρες όπως η Κόστα Ρίκα, το Μεξικό και η Τουρκία, στις οποίες η επιβάρυνση είναι ίδια για οικογένειες με ή χωρίς παιδιά.
Ο εφιάλτης τού σήμερα και το μακρινό 2033
Το 2009, το ΑΕΠ ανερχόταν στα 237,5 δισ. ευρώ. Ήταν η χρονιά των «δίδυμων ελλειμμάτων» που οδήγησαν στη χρεοκοπία. Τότε, το εμπορικό έλλειμμα της χώρας άγγιξε τα 29,9 δισ. ευρώ. Η κατάσταση σήμερα δείχνει ακόμα ανησυχητική, καθώς μπορεί να μην υπάρχει δημοσιονομικό έλλειμμα, αλλά το εμπορικό ισοζύγιο παραμένει αρνητικό, και μάλιστα σε υψηλότερα επίπεδα από την εποχή που η Ελλάδα μπήκε στο Μνημόνιο.
Το 2024, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛ.ΣΤΑΤ.), το εμπορικό έλλειμμα της χώρας διαμορφώθηκε στα 36,4 δισ. ευρώ, δηλαδή είναι 6,5 δισ. ευρώ μεγαλύτερο απ’ ό,τι σχεδόν 15 χρόνια πριν, καθώς οι εξαγωγές παραμένουν σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα από τις εισαγωγές.
Πλέον, ως έτος-ορόσημο για να μηδενιστούν οι απώλειες έχει τεθεί το 2033. Σε 8 χρόνια από σήμερα, δηλαδή, εκτιμάται πως το κατά κεφαλήν ΑΕΠ θα έχει επιστρέψει στα επίπεδα του 2007, αλλά και το χρέος θα βρεθεί στο 100% του ΑΕΠ, μετά τις νέες πρόωρες αποπληρωμές που έχει προαναγγείλει το οικονομικό επιτελείο.
Με βάση την ανάλυση βιωσιμότητας του ελληνικού δημόσιου χρέους (DSA) του ΟΔΔΗΧ, το ποσοστό του αναμένεται να βρεθεί στο ορόσημο του 100% το έτος 2037. Ωστόσο, η πρόωρη αποπληρωμή των Μνημονίων, της τάξης του 31,6 δισ. ευρώ, αναμένεται να φέρει αυτόν τον στόχο νωρίτερα, γύρω στο 2033 με 2034. Τα χρήματα προέρχονται από τα τεράστια και αχρείαστα υπερπλεονάσματα.
Δημοσιεύεται στην «κυριακάτικη δημοκρατία»