Εμμονές και η σαγήνη της εξουσίας

Του Νίκου Παπουτσόπουλου

«Οι απλοί άνθρωποι έχτισαν τη σύγχρονη Ελλάδα» είχε αναφέρει ο περισπούδαστος και τεχνοκρίτης, παράλληλα με τις υπόλοιπες κοινωνικές και πολιτικές ευαισθησίες, κ. Μητσοτάκης κατά την ξενάγηση των αλλοδαπών επισήμων στην Εθνική Πινακοθήκη, στην επέτειο των 200 ετών της απελευθέρωσης της Ελλάδας από τον τουρκικό ζυγό και την οθωμανική δουλεία. Απλοί άνθρωποι, μακράν της πολιτικής μάζας, με θυσίες και αίματα ανόρθωσαν τη χώρα ύστερα από χρεοκοπίες και χλευασμούς, Μνημόνια και θλιβερές συμβάσεις υποτέλειας, μέσα από λαϊκές αγορές, ευτελισμούς και σαγηνευτικά βλέμματα μισαλλοδοξίας και κενότητας, που παραμένουν μετέωρα σε εμμονές και άχρηστα συμπλέγματα θεοσοφίας καινοφανούς τάξης πραγμάτων, που ήδη είχαν απαξιώσει οι απλοί άνθρωποι, τα θύματα των επιλογών της πολιτικής.

Σαγήνη, εμμονές, ακατάληπτες θεάσεις και βλέμματα ενός δήθεν διαλόγου με την εποχή και τις προκλήσεις που αποπνέουν μια ποιητική διάθεση και που προσβάλλουν τον ενδιάμεσο χώρο, ανάμεσα σε ανθρώπους των λαϊκών αγορών και εκείνων που «έχτισαν» με αγώνες, θυσίες και αίματα «τη σύγχρονη Ελλάδα», σύμφωνα με τον κ. πρωθυπουργό.

Στον ενδιάμεσο χώρο της Εθνικής Πινακοθήκης ανύψωσε και πάλι η Συραγώ Τσιάρα, διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης – Μουσείου «Αλ. Σούτσου», τα «βλάσφημα έργα», με ιδιαίτερα μέτρα προστασίας από τυχόν νέους βανδαλισμούς, αφού τα «έργα» αυτά προκαλούν το κοινό αίσθημα και ασφαλώς προτάσσουν τη χλεύη σε σύμβολα πίστης και θρησκείας των «απλών ανθρώπων που έχτισαν την Ελλάδα». 

Στο ελληνικό γενικό προξενείο στη Νέα Υόρκη ασμένως είχαν αποκαθηλώσει τη ροζ ελληνική σημαία, με εντολή του υπουργείου Εξωτερικών, το οποίο είχε θεωρήσει το έργο της πρωτοποριακής εικαστικής καλλιτέχνιδος Γεωργίας Λαλέ «προσβλητικό για το εθνικό σύμβολο». «Λυπάμαι που η δουλειά μου παρερμηνεύτηκε. Τα θύματα γυναικοκτονιών είναι ήρωες του αγώνα για ελευθερία και τη ζωή στην Ελλάδα και διεθνώς» είχε δηλώσει τότε, στα 2023, η πρωτοποριακή καλλιτέχνις κ. Λαλέ. Σύμφωνα με την ερμηνεία, η καλλιτέχνις είχε κατασκευάσει τη ροζ ελληνική σημαία από κομμάτια σεντονιών που προέρχονται από ελληνικά σπίτια, οι γυναίκες των οποίων έχουν ζήσει στο πετσί τους τη φρίκη της ενδοοικογενειακής βίας. Αυτό είναι το βασικό θέμα της έκθεσης με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Ενοχή της Γειτονιάς» («Neighborhood Guilt»), που διοργανώθηκε στο πλαίσιο ενός πρότζεκτ το οποίο αναδεικνύει το έργο καλλιτεχνών από την Ελλάδα που ζουν ή/και εργάζονται στη Νέα Υόρκη.

Όπως ακριβώς ο καλλιτέχνης των «βλάσφημων έργων» της Εθνικής Πινακοθήκης, που ατενίζουν την «εμμονή του βλέμματος», είχε αναπτύξει τις δικές του θεοσοφικές θεωρίες και είχε δηλώσει πως «o καλλιτέχνης έχει δικαίωμα να εκφράσει την προσωπική του άποψη, να αντιδράσει και να θέσει με αυτόν τον τρόπο τα δικά του ερωτήματα, π.χ., στο άκουσμα όσων πολέμων γίνονται με δικαιολογία την καθαρότητα και τη δικαιοσύνη του ενίοτε Θεού. Πώς η κοινωνία (πολιτική) χρησιμοποιεί τη θρησκεία για να συντονίσει και να μαντρώσει τις μάζες με απειλές, φόβο και σκοταδισμό». Σκοταδισμός που είχε εμπνεύσει άλλοτε, προ 200 ετών, μια άλλη γενιά ανθρώπων, όμοιων με εκείνους των απλών και απλοϊκών ανθρώπων των λαϊκών αγορών που «έχτισαν τη σύγχρονη Ελλάδα», και που τη χτίζουν και πάλι ύστερα από τις καταστροφικές επιλογές της υπαγωγής της σε Μνημόνια και ύστερα από θλιβερές χρεοκοπίες. Στα πρότυπα και στις ιδέες εκείνων, σύγχρονοι «καλλιτέχνες» των μέσων επικοινωνίας, άλλωστε, αναφαίρετο έχουν δικαίωμα να αναρτούν σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης σκηνές βίας και να εκφράζουν τις δικές τους απόψεις για την πορεία της κοινωνίας κάτω από τη βία της εξουσίας, όπως και κάτω από τη δικαιοσύνη και την κρίση του «ενίοτε Θεού» ή του ενίοτε εθνικού συμβόλου, οποιουδήποτε συμβολισμού, χρώματος και σχήματος, ανάλογα με τις εμμονές και ανάλογα με τη σαγήνη που εκπέμπει μέσα από τις περιώνυμες συλλογές της η Εθνική Πινακοθήκη. Καθημερινές σκηνές, εικόνες και βίντεο που αποκαλύπτουν την πίεση της εξουσίας προς τις κοινωνικές τάξεις, οι οποίες αδυνατούν πλέον να αντεπεξέλθουν στην εκπλήρωση οικονομικών υποχρεώσεων. Βία την οποία εκφράζουν με όποιον τρόπο και όποια μέθοδο οι νεότερες γενιές, όπως ακριβώς διδάσκουν με έμφαση οι πρωτοπόροι καλλιτέχνες, τους οποίους εμπνέουν η βία των θεσμών ή, ατελώς, η βία της θρησκείας, η μάχη των τάξεων (κάποτε άλλοτε), οι φοιτητικές εξεγέρσεις (όποτε αυτές εξυπηρετούσαν τις μάζες των πολιτικών και των κομμάτων), οι συγκεντρώσεις και οι εκδηλώσεις διαμαρτυρίας, τα «κίτρινα γιλέκα» και οι θρησκευτικοί πόλεμοι. «Μια θρησκεία και μια κοινωνία που μας εκπαιδεύει να είμαστε σχεδόν εκ γενετής φοβισμένοι και ενοχοποιημένοι» είχε δηλώσει ο ποιητής των «βλάσφημων έργων», τα οποία με ιδιαίτερη σπουδή επανεξέθεσε η κυρία Τσιάρα, διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης – Μουσείου «Αλεξάνδρου Σούτσου», ύστερα από την απόφαση της υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού Στυλ. Μενδώνη μετά τον θάνατο της Μ. Λαμπράκη-Πλάκα. Στον εκ γενετής φόβο και στην ενοχή που με σπουδή έχει διασπείρει η εξουσία στην κοινωνία, η με όποιον τρόπο αντίδραση (ακόμα και με τη βία) εκφράζει την απαξίωση ενός συστήματος διακυβέρνησης που οδηγεί τις κοινωνίες στα βράχια. Από την «Ενοχή της Γειτονιάς» στις ενοχές των προγόνων και τις ενοχές της θρησκείας, στις ενοχές και τις φοβίες των λαϊκών ανθρώπων που αναζητούν στις λαϊκές αγορές του κ. Τέτση τις πλέον προσιτές τιμές. Οι εκθέσεις διαμαρτυρίας όποιων «εικαστικών» της Εθνικής Πινακοθήκης παραθέτουν πλούσια τράπεζα γεύσεων κοινωνικών αντιδράσεων και βίας στην πολιτική μάζα, η οποία, ανέπαφη και αδιάβροχη αυτή, προτάσσει νέα μέτρα συμμόρφωσης και καταστολής. 

Στη λαμπρή και μεγαλειώδη επέτειο των 200 ετών της απελευθέρωσης της Ελλάδας από τον τουρκικό ζυγό, αίτηµα είχαν απευθύνει οι Έλληνες πρέσβεις σε κυβερνήσεις χωρών να φωταγωγήσουν την ηµέρα της επετείου εµβληµατικά κτίρια µητροπόλεων µε τα χρώµατα της «πραγματικής» ελληνικής σηµαίας, να περιβάλουν µε την ενδυµασία των ευζώνων το manneken pis των Βρυξελλών, ενώ γερµανικές εφηµερίδες, όπως η «Suddeutche Zeitung», τίµησαν την ελληνική επέτειο και επέθηκαν την αιτίαν γεγραµµένην: «Είµαστε όλοι Έλληνες». Αντί τούτου, ο τότε καγκελάριος Φον Μέτερνιχ, είχε επιμείνει πως, για τη διατήρηση της αρχής της νοµιµότητας, η υπόθεση της Επανάστασης των απλών ανθρώπων που έχτισαν τη σύγχρονη Ελλάδα «θα πρέπει να αντιµετωπιστεί ως µια πράξη που βρίσκεται έξω από τον πολιτισµό, εκεί κάτω, πέρα από τα ανατολικά µας σύνορα, εκεί όπου τριακόσιες χιλιάδες άτοµα θα κρεµαστούν, θα στραγγαλιστούν, θα παλουκωθούν. Αυτό είναι ένα γεγονός χωρίς καµία σημασία».

Αυτήν ακριβώς την ιδιαίτερη σημασία ο επισκέπτης της Εθνικής Πινακοθήκης αναγνωρίζει στα σεβάσματα της πίστης και της θρησκείας, στα οράματα και τα θαύματα μιας ζωής, ενός λαού και μιας παράδοσης.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

Τελευταία άρθρα

Πρόληψη, έστω και «σοβιετικά»!

Για το μέτρο της επιδότησης του ταξί τα Σαββατοκύριακα κυρίως ακούστηκε ότι είναι σοβιετικό μέτρο! Από οικονομικής σκοπιάς, ξεκάθαρα...

Έχουμε ήδη αργήσει

Συνελήφθη, διαβάζω, ο φοιτητής, ετών 34, που πλάκωσε στα χαστούκια τη γυναίκα που διανοήθηκε να ζητήσει από αυτόν και...

15.000 αστυνομικοί φυλάνε τους επίσημους στην Αθήνα

Με 95 λιγότερους αστυνομικούς αστυνομεύεται σήμερα η Αργολίδα. Με σοβαρές ελλείψεις και τα υπόλοιπα αστυνομικά τμήματα στην Ελλάδα. Σε κίνδυνο η ασφάλεια...

Κρύβε λόγια

Με πήρε στο τηλέφωνο ο φίλος μου ο απόστρατος και λίγο θυμωμένος μού είπε: «Κάποτε, σε εκείνα τα μαγνητικά...