Το έργο, η αρτιότητα στη μορφή και την απόδοσή του, και η ψυχή που βάζει ο δημιουργός ή ερμηνευτής σε αυτό ανοίγουν τις πύλες της αθανασίας
Του Παναγιώτη Λιάκου
Το 1977, σαν σήμερα, πέθανε σε ηλικία 54 ετών η Μαρία Σοφία Άννα Καικιλία Καλογεροπούλου. Ο κόσμος την έμαθε με την καλλιτεχνική σύνοψη του ονόματός της: Μαρία Κάλλας. Γεννήθηκε στις 2 Δεκεμβρίου 1923 στη Νέα Υόρκη και πέθανε στο Παρίσι.
Ένα από τα πολλά κατορθώματά της ήταν ότι με τη φωνή της και τις αξεπέραστες ερμηνείες της σε έργα γνωστά αλλά και λησμονημένα άνοιξε μια μεγάλη χαραμάδα, από την οποία πέρασε η όπερα στις οικίες της κοινωνικής πλειοψηφίας. Στον 20ό αιώνα, η απήχηση αυτού του μουσικού – θεατρικού είδους χωρίζεται σε εποχή προ και μετά Μαρίας Κάλλας. Το πέρασμά της από τον κόσμο μας αύξησε το κοινό, ενέτεινε τον ανταγωνισμό, πολλαπλασίασε το ενδιαφέρον των ΜΜΕ γι’ αυτό το μοναδικό είδος καλλιτεχνικής έκφρασης και δημιουργίας.
Η Μαρία Κάλλας ξεπέρασε τα όρια και του χώρου, τον οποίο υπηρέτησε ευσυνείδητα, και έγινε μύθος. Ο μύθος αυτής της γυναίκας δεν πλάστηκε με χρήμα. Δεν στηρίζεται στη γνωριμία και στον έρωτά της με τον Αριστοτέλη Ωνάση. Ήταν απαστράπτουσα και λατρευόταν σαν είδωλο πριν συνδεθεί αισθηματικά με τον ζάπλουτο Σμυρνιό. Ούτε καν στην εξωτερική εμφάνιση βασίστηκε -ή έστω υποβοηθήθηκε- η δημιουργία της αίσθησης που προκαλεί το άκουσμα της φωνής της ή η θέαση μιας φωτογραφίας της. Άλλωστε, στην αρχή της σταδιοδρομίας της (μέχρι και το 1952-1954) είχε φτάσει να ζυγίζει σχεδόν 100 κιλά και υποχρεώθηκε να κάνει εξαντλητική δίαιτα για να ξεφορτωθεί τα περιττά.
Το πρώτο χάρισμα που την έκανε να ξεχωρίζει ήταν το εύρος, η χροιά, το μέταλλο της φωνής της. Ο θρυλικός Ιταλός διευθυντής ορχήστρας Τούλιο Σεραφίν (1878-1968) είχε δηλώσει για την Κάλλας ότι «αυτή η γυναίκα μπορεί να τραγουδήσει οτιδήποτε έχει γραφτεί για γυναικεία φωνή». Όμως, μαζί με το φωνητικό χάρισμα είχε και κάτι που δεν αντιγράφεται, δεν επαναλαμβάνεται, δεν εξηγείται: ο εμποτισμός της ερμηνείας της, σε οτιδήποτε τραγουδούσε, με τα ύδατα της ψυχής της. Η «Κάστα Ντίβα» από τη «Νόρμα» του Μπελίνι και η «Βασίλισσα της Νύχτας» από τον «Μαγικό Αυλό» του Μότσαρτ, τραγουδισμένες από την Κάλλας, ανήκουν μόνο στην Κάλλας. Οι άλλες εκτελέσεις από σπουδαίες σοπράνο μπορεί να είναι εξαιρετικές, αλλά (για μερικές εκατοντάδες εκατομμύρια οπαδούς της Κάλλας) δεν συγκινούν τόσο βαθιά…
Η Μαρία Κάλλας μάς δίδαξε πόση ψυχή πρέπει να βάλεις σ’ ένα έργο για να το κάνεις αθάνατο.
Ωραίο άρθρο, μ’ ένα μικρό λάθος. Η Μαρία Κάλλας ουδέποτε τραγούδησε την «Βασίλισσα της Νύχτας» από τον «Μαγικό Αυλό» του Μότσαρτ. Τα ένα-δύο βίντεο που υπάρχουν στο Youtube, είναι πλαστά.