Ο Ερντογάν δείχνει αποφασισμένος για αγορά νέων όπλων από την Ευρώπη, καθιστώντας τη χώρα του υπολογίσιμη στρατιωτική δύναμη – Ο κίνδυνος είναι πλέον κάτι παραπάνω πάνω από ορατός για τα συμφέροντα και την κυριαρχία Ελλάδας και Κύπρου
Της Κύρας Αδάμ
Με την οριστικοποίηση της αγοράς νέων και αναβάθμισης παλαιών F-16 από τις ΗΠΑ, ο Ταγίπ Ερντογάν δείχνει αποφασισμένος να «καλπάσει» στις ευρωπαϊκές λεωφόρους για αγορά και νέων όπλων, είτε με καθαρή αγορά είτε με συμπαραγωγή, καθιστώντας την Τουρκία υπολογίσιμη στρατιωτική δύναμη στη Μέση Ανατολή, τη Μεσόγειο αλλά και στο Αιγαίο.
Ο κίνδυνος υπερεξοπλισμών της Τουρκίας είναι πλέον κάτι πάρα πάνω από ορατός για τα ελληνικά συμφέροντα και την ελληνική κυριαρχία, καίτοι αυτήν τη στιγμή επικρατεί «ησυχία στο Αιγαίο». Μια κατάσταση η οποία, όπως οφείλουν να γνωρίζουν και η κυβέρνηση Μητσοτάκη και η παραπαίουσα αντιπολίτευση, δεν θα κρατήσει εσαεί, καθώς δεν υπάρχει ούτε πρόκειται να δημιουργηθεί αυστηρά διμερής, επίσημη και απολύτως δεσμευτική συμφωνία για «ήσυχα νερά» στο Αιγαίο στο διηνεκές.
Η πρόσφατη διμερής επίσκεψη Ερντογάν στην Ισπανία ήταν εντυπωσιακή, καθώς Μαδρίτη και Άγκυρα δεσμεύθηκαν επισήμως στην κοινή ναυπήγηση και δεύτερου αεροπλανοφόρου, μετά το «Anadolu», στην Ισπανία, καθώς και στη ναυπήγηση μη επανδρωμένων υποβρυχίων αλλά και στην παραγωγή μεγάλων UAV.
Επιπροσθέτως, ο Ερντογάν ουδέποτε έπαψε να βολιδοσκοπεί, να υπενθυμίζει και να πιέζει τη Γερμανία του κ. Σολτς για την πιθανή αγορά των ευρωπαϊκών μαχητικών Eurofighters, η οποία αγορά χωρίς την έγκριση της Γερμανίας δεν μπορεί να προωθηθεί μόνον από τους υπόλοιπους Ευρωπαίους συν-κατασκευαστές τους.
Είναι ακόμα άγνωστο κατά πόσον υπάρχουν ή όχι δίαυλοι επικοινωνίας της Άγκυρας με το Παρίσι για την αγορά γαλλικών πυραυλικών συστημάτων.
Στη δυσοίωνη αυτή εικόνα πρέπει να προστεθούν και ρωσικά συστήματα πυραύλων S-400, τα οποία δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν -για την ώρα- από το δυτικό οπλοστάσιο.
Η Άγκυρα εξελίσσει πεισματικά και μεθοδικά το σχέδιό της να αναπτύξει προς όφελός της μακρόπνοες στενές, διμερείς αμυντικές σχέσεις με τις μεγαλύτερες βιομηχανίες των χωρών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίες λόγω των πολλών και παρατεταμένων οικονομικών κρίσεων βρίσκονται σε περίοδο «ισχνών αγελάδων». Επομένως, θεωρούν ως μάννα εξ ουρανού τις σίγουρες «δουλειές» με την Τουρκία του Ταγίπ Ερντογάν.
Από την πλευρά του, ο Ερντογάν αποκτά περισσότερους προσωπικούς φίλους και συμμάχους ανάμεσα στα κράτη-μέλη της Ε.Ε. όχι γιατί προσδοκά αυτήν τη στιγμή την ολοκλήρωση της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας, αλλά διότι τα οφέλη θα είναι πολλαπλά και στην αναβάθμιση της Τελωνειακής Ένωσης και στον πακτωλό των χρημάτων που δέχεται ετησίως η γείτονα χώρα και στην απελευθέρωση της βίζας και στην αντιμετώπιση των μεταναστευτικών ροών από την Τουρκία, με τη Ε.Ε. να δίνει και να υπόσχεται ακόμα μεγαλύτερα ποσά για τη συγκράτησή τους.
Τελικώς, η Άγκυρα μπορεί να προσδοκά σε μια ήπια και κατευναστική στάση απέναντι στα Ελληνοτουρκικά και τα ανοιχτά θέματα σε βάρος της ελληνικής κυριαρχίας και συμφερόντων της χώρας.
Στον αντίποδα, η κυβέρνηση Μητσοτάκη και η μείζων, πολυδαίδαλη αριστερή αντιπολίτευση κάθονται στα… αβγά τους και βλέπουν τις επικίνδυνες σε βάθος ορίζοντα κινήσεις Ερντογάν.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη επαίρεται ότι «επί των ημερών της» -που έτσι και αλλιώς έχουν ημερομηνία λήξης- και τη χώρα εξόπλισε (με F-16, Rafale Belharra κ.λπ.) και συγκράτησε την επικίνδυνη επιχειρησιακά επιθετική τακτική Ερντογάν στο Αιγαίο και στη Μεσόγειο (με φανερά ανταλλάγματα την τ/λ ΑΟΖ, την περιοχή Ρόδου – Καστελόριζου στη Μεσόγειο, την εγκατάλειψη της ελληνικής ΑΟΖ ανατολικά του 28oυ μεσημβρινού, τη διατήρηση της αβεβαιότητας για την κυριαρχία επί των ελληνικών βραχονησίδων κ.λπ.). Και παραμυθιάζει εαυτόν και αλλήλους με τη σε βάθος δεκαετίας «ευρωπαϊκή άμυνα» και τον «σιδερένιο θόλο στην ελληνική επικράτεια, που όμως είναι άχρηστος για την ελληνική νησιωτική χώρα. Χρονικό διάστημα, δηλαδή, που θα επιτρέψει στον Ερντογάν να υπερεξοπλιστεί για την επόμενη δεκαετία χωρίς να… ανοίξει ρουθούνι.
Η Τουρκία, ωστόσο, δεν μπορεί ελεύθερα και απρόσκοπτα να εξοπλίζεται από χώρες-μέλη της Ε.Ε., χωρίς να λογαριάζονται δύο πλήρη μέλη της Ε.Ε., Ελλάδα και Κύπρο, τα οποία η Τουρκία μονίμως απειλεί και στοχοποιεί, σύμφωνα με τις επίσημες δηλώσεις.
Αθήνα και Λευκωσία οφείλουν, επιτέλους, σ’ αυτήν τη νέα περίοδο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να εισηγηθούν και να απαιτήσουν περιορισμούς και προϋποθέσεις, με ρήτρες στις τουρκικές αγορές ευρωπαϊκών οπλικών συστημάτων. Τα ευρωπαϊκά όπλα που αγοράζονται από την Τουρκία δεν θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν εναντίον κρατών-μελών της Ε.Ε. (ειδικά Ελλάδα και Κύπρο), με ποινικές ρήτρες που θα θέτουν οι ευρωπαϊκές χώρες στην Τουρκία. Αλλά και ρήτρες που θα εφαρμόζει η ίδια η Ε.Ε. εναντίον των κρατών-μελών, που θα εξακολουθούν τις πωλήσεις στην Τουρκία, στην περίπτωση που η Άγκυρα παραβιάζει τους περιοριστικούς όρους.
Ειδικά για το σκορποχώρι της αριστερής αντιπολίτευσης στην Ελλάδα, μια τέτοια «σταυροφορία» για την προάσπιση των εθνικών συμφερόντων θα μπορούσε κάλλιστα να μην είναι αμελητέα…