Ο νέος Πολωνός πρωθυπουργός αποσύρει το αίτημα αποζημιώσεων 1,3 τρισ. ευρώ για τον Β΄ Π.Π. από το Βερολίνο, γιατί «αυτά ανήκουν στο παρελθόν» – Ανήκει στην ίδια πολιτική σχολή με τον Μητσοτάκη. Διόλου τυχαίο άλλωστε ότι έγιναν οι πρώτοι που με κοινή επιστολή έτρεξαν να στηρίξουν τη Γερμανίδα Φον ντερ Λάιεν για τις ευρωεκλογές
Του Βασίλη Γαλούπη
Οποιοσδήποτε επιθυμεί να κατανοήσει για ποιον λόγο η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει… ξεχάσει τις γερμανικές αποζημιώσεις αρκεί να δει μια από τις πρώτες πρωθυπουργικές αποφάσεις του Ντόναλντ Τουσκ, πολιτικού της ίδιας «βερολινέζικης» σχολής.
Ο νέος Πολωνός πρωθυπουργός και πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στη διάρκεια της ελληνικής οικονομικής κρίσης, με ισχυρές πιέσεις σε βάρος της χώρας μας, αποφάσισε να αποσύρει τις αξιώσεις της Πολωνίας για πολεμικές αποζημιώσεις από τη Γερμανία για το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αντί αυτών, όπως ανακοίνωσε τώρα ο υπουργός Άμυνας της Πολωνίας Σικόρσκι, θα επιδιώξει άλλες μορφές αποζημίωσης, όπως η αποκατάσταση ιστορικών κτιρίων ή η επένδυση στην αμοιβαία άμυνα.
Το μεγαλύτερο «αγκάθι» για τις πολωνογερμανικές σχέσεις τα τελευταία χρόνια ήταν αυτό ακριβώς το ζήτημα. Το είχε θέσει η τέως κυβέρνηση του συντηρητικού κόμματος PiS, που έχασε την εξουσία τον περασμένο Δεκέμβριο. Το 2022, με διπλωματικό σημείωμα που έστειλε στο Βερολίνο, η τότε κυβέρνηση της Πολωνίας απαίτησε αποζημιώσεις ύψους 1,3 τρισεκατομμυρίων ευρώ για τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ο Τουσκ, όμως, έσπευσε άμεσα να βοηθήσει τη Γερμανία να ανασάνει. Ο Πολωνός θεωρεί ότι τέτοια προβλήματα ανήκουν στον… προηγούμενο αιώνα, όπως θα έλεγε και ο Άκης Σκέρτσος. Δεν έχει περάσει, άλλωστε, πολύς καιρός από τότε που το δεξί χέρι του Κυριάκου Μητσοτάκη δήλωνε ότι «πρέπει να κοιτάξουμε μπροστά και όχι προς τα πίσω. Μιλάτε για μια υπόθεση η οποία αφορά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αν αναλωνόμαστε σε ζητήματα τα οποία αφορούν το παρελθόν, χάνουμε τη μάχη για το μέλλον».
Η Πολωνία είναι μια άτυχη και αδικημένη χώρα. Εδώ και 250 χρόνια διαμελίζεται σε κάθε μεγάλο πόλεμο της Ευρώπης. Η γεωπολιτική της θέση είναι ταυτόχρονα η υπεραξία και ο εφιάλτης της. Τη φέρνει πάντα στο επίκεντρο των συγκρούσεων Δύσης και Ρωσίας. Στο τέλος, όποιος νικητής παίρνει πάντα από εκεί τα περισσότερα λάφυρα.
Τον Σεπτέμβριο του 1939, ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος ξεκίνησε με την εισβολή της Γερμανίας στην Πολωνία, ακολουθούμενη από την εισβολή των Σοβιετικών στη χώρα. Πάνω από 6.000.000 Πολωνοί σκοτώθηκαν. Με το τέλος του πολέμου πέρασε στη σοβιετική επιρροή. Με την πτώση του Τείχους, στην αμερικανική και τη γερμανική. Οι σχέσεις Πολωνίας – Ρωσίας τονώθηκαν όταν ανέλαβε το PiS από το 2015. Και, όπως αποδεικνύεται μέχρι σήμερα, μαλλιοτραβιούνται Δύση – Ρωσία για το ποια θα ασκεί την επιρροή της.
Ο Τουσκ ξεκαθάρισε ότι δεν υπάρχει λόγος για αποζημιώσεις και κόντρες. Με την ανάδειξή του στην ηγεσία της χώρας επιστρέφει και επίσημα στο άρμα του Βερολίνου. Η κρίση στις σχέσεις Βαρσοβίας – Βερολίνου, που ξεκίνησε το 2016, λαμβάνει τέλος. Μια από τις αιτίες της ρήξης -με τη Μέρκελ τότε- ήταν ο νόμος για τα ΜΜΕ που έθιγε τη διείσδυση μεγάλων γερμανικών μιντιακών ομίλων στην Πολωνία.
Για τους Γερμανούς, το άνοιγμα των συνόρων, μετά την πτώση του ανατολικού μπλοκ, ήταν μια μεγάλη ευκαιρία για γενναίες επενδύσεις στη γειτονική τους χώρα. Το 2000, η Γερμανία είχε εξελιχθεί στον Νο1 ξένο επενδυτή στην Πολωνία, τόσο σε ύψος κεφαλαίων όσο και σε αριθμό επενδυτών, που ξεπερνούσαν τους 6.000. Ανάμεσά τους κι αρκετοί επιχειρηματίες του Τύπου, που πήραν υπό τον έλεγχό τους σχεδόν όλες τις μεγάλες εφημερίδες και τα κανάλια της χώρας, ενώ στη συνέχεια άνοιξαν και καινούργια ΜΜΕ.
Ο γερμανικός μιντιακός όμιλος Axel Springer SE («Bild», «Die Welt» κ.ά.) έφτασε να κατέχει ένα διαρκώς αυξανόμενο ποσοστό της πολωνικής μιντιακής πίτας. Αγόρασε την κορυφαία σε κυκλοφορία εφημερίδα της Πολωνίας «Fakt» με 600.000 φύλλα ημερησίως, την 5η «Dziennik Gazeta Prawna» με 150.000 φύλλα και, με κοινοπραξία, την «Przegląd Sportowy», όπως και σάιτ, κανάλια, περιοδικά.
Ο Τουσκ στηρίχθηκε από τα ΜΜΕ γερμανικής ιδιοκτησίας. Αναπόφευκτα, η πτώση του από την πρωθυπουργία της Πολωνίας το 2014 προκάλεσε ανησυχία στην Γερμανία. Όμως, πλέον το Βερολίνο μπορεί να ηρεμήσει. Ένας ακόμα «yesman» τέθηκε στις υπηρεσίες του.
Τα ευρωπαϊκά κονδύλια προς την Πολωνία θα αυξηθούν και πάλι, το εμπορικό ισοζύγιο με τη Γερμανία θα αποκατασταθεί, και για το Ουκρανικό δεν θα υπάρχουν άλλες ανασφάλειες.
Ο πιο ισχυρός εταίρος της Πολωνίας παραμένει έτσι κι αλλιώς η Αμερική, με βαθιές ρίζες στην χώρα μετά την πτώση του ανατολικού μπλοκ. Ωστόσο και από ΜΜΕ των ΗΠΑ, ειδικά από τους «New York Times», έπεφταν κατά καιρούς προειδοποιητικές βολές για την απρόβλεπτη κυβέρνηση, με αρκετά επιθετικά σχόλια και συστάσεις συμμόρφωσης.
Διόλου τυχαία, Μητσοτάκης και Τουσκ, οι δύο πιο καλοί «μαθητές» της Ουάσινγκτον και του Βερολίνου, έτρεξαν μαζί για να γίνουν οι πρώτοι που, με κοινή επιστολή τους, στήριξαν την υποψηφιότητα της Γερμανίδας Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν για τη θέση της Κομισιόν στις προσεχείς ευρωεκλογές.
«Ο φίλος μου Ντόναλντ Τουσκ και εγώ έχουμε την τιμή να προτείνουμε την Φον ντερ Λάιεν ως επικεφαλής υποψήφια του ΕΛΚ για την Κομισιόν. Είναι σταθερά αφοσιωμένη στην προώθηση των κοινών μας αξιών και στην προστασία της ενότητας και της αλληλεγγύης της Ευρώπης».
Τώρα προέχει η κάψα για τις ευρωεκλογές, ώστε να δοθεί σωσίβιο στήριξης στη Φον ντερ Λάιεν για τα σκάνδαλα διαφθοράς της με τις προμήθειες εμβολίων. Οι αποζημιώσεις για τα εγκλήματα των Γερμανών κατά της ανθρωπότητας; Αυτές «αφορούν το παρελθόν»…
Ο Χίτλερ το 1939 ζήτησε -και περίμενε μήνες- τη διενέργεια δημοψηφίσματος στο Ντάντσιχ, στο οποίο κατοικούσαν κατά 97% Γερμανοί, για την αυτοδιάθεση του και την σύνδεση μέσω του “καθρέφτη” με την Γερμανία. Η πολωνική μιλιταριστική χούντα που κυβερνούσε, υπερφίαλη από την εγγύηση που είχαν παράσχει Άγγλοι και Γάλλοι, απέρριψε ιταμά το αίτημα. Η συνέχεια γνωστή.
Εάν ο Χίτλερ επέμενε μόνο για το Νταντσιχ, ίσως θα μπορούσε να γίνει κάτι. Αλλά ο διάδρομος ήταν κάτι περισσότερο και σοβαρότερο για τούς Πολωνούς.
Πολεμικές επανορθώσεις/αποζημιώσεις δεν έχει δώσει πουθενά η Γερμανία. Το γιατί είναι μία άλλη ιστορία, που έχει σχέση με την μη εισέτι σύναψη ειρήνης με κανέναν και την μη ύπαρξη γερμανικού συντάγματος, παρά μόνον “βασικού νόμου”. Όμως υπάρχει και το αναγκαστικό κατοχικό δάνειο, το οποίο η Γερμανία πήρε από τρία κράτη, την Ελλάδα, την Πολωνία και την Γιουγκοσλαβία. Κι ενώ στις δύο τελευταίες (Πολωνία και Γιουγκοσλαβία) το έχει επιστρέψει, ή με άλλον τρόπο διευθετήσει, ήδη από το τέλος τής δεκαετίας τού ’50, αρχές δεκαετίας τού ’60, στην Ελλάδα αρνείται πεισμόνως την αποπληρωμή του, προφασιζομένη διάφορες ανόητες δικαιολογίες. Λέω αποπληρωμή, διότι από 1943 σταμάτησε να παίρνει κι άρχισε να επιστρέφει. Επέστρεψε εννέα δόσεις, την τελευταία των οποίων την 26/9/1944, δηλαδή 16 ημέρες πριν την αποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων από την Αθήνα (12/10/1944). Έκτοτε, άπειρες συζητήσεις έχουν γίνει, ισάριθμες υποσχέσεις έχουν δοθεί, αλλά ούτε μία δραχμή. Το ερώτημα είναι, γιατί η Ελλάδα δεν προσφεύγει δικαστικά κατά της Γερμανίας σε οποιοδήποτε κοινό δικαστήριο. Υπάρχουν οι αποδείξεις, με βούλες και υπογραφές, συνεπώς το υπόλοιπο τού δανείου, το οποίο, από παύσεως πληρωμών, βαρύνεται με τόκους υπερημερίας και υπολογίζεται σε € 49 δισ., είναι αδιαπραγμάτευτο και η Ελλάδα θα κερδίσει οπωσδήποτε. Οι Σκέρτσοι μπορεί να κάνουν σκέρτσα, αλλά τα λεφτά είναι πολλά, Άρη!