Όλοι οι πολιτικοί και δημοσκοπικοί οιωνοί εμφανίζονται εις βάρος του. Και κάθε νέα μέτρηση αποτυπώνει την κυριαρχία του Κυριάκου – Ακόμα και στα φλέγοντα προβλήματα, όπως η ακρίβεια και η ασφάλεια, η Κουμουνδούρου δεν πείθει ότι έχει τις λύσεις
Του Γιώργου Χατζηδημητρίου
Στη μάχη για την προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ, ο Στέφανος Κασσελάκης νόμιζε ότι ο κόσμος ήταν ένα στρείδι που θα άνοιγε με το ξίφος του. Συνειδητοποιεί τώρα ότι αυτό που αντικρίζει απέναντι δεν είναι το χαμόγελο της Ιστορίας, αλλά οι μορφασμοί της.
Ο άνθρωπος που θα κέρδιζε με αέρα τον Κυριάκο Μητσοτάκη επειδή, εκτός των άλλων, μιλάει καλύτερα αγγλικά από εκείνον, βρίσκεται σήμερα στη δυσάρεστη θέση να διαγκωνίζεται με τον Νίκο Ανδρουλάκη για το ποιος θα έρθει δεύτερος. Μαθαίνει τώρα από πρώτο χέρι τη σημασία του αξιώματος ότι, ιδίως στην πολιτική, δεν είναι φρόνιμο να συγχέει κανείς τις επιθυμίες του με την πραγματικότητα…
Όλοι οι πολιτικοί και οι δημοσκοπικοί οιωνοί εμφανίζονται εις βάρος του. Και κάθε νέα μέτρηση αποτυπώνει την πολιτική κυριαρχία του Κυριάκου Μητσοτάκη. Μπορεί η πλειοψηφία -η οποία, όπως συνήθως συμβαίνει στη χώρα, αναγνωρίζει τα λάθη της μετά την απομάκρυνση από το «ταμείο»- να θεωρεί καταλληλότερο τον «Κανέναν», αλλά τουλάχιστον ο νυν πρωθυπουργός υπερέχει θεαματικά έναντι των ανταγωνιστών του σε αυτό το βασικό κριτήριο.
Η εικόνα αυτή αποτυπώνει εξάλλου, σύμφωνα με τους αναλυτές, την καχεκτική κατάσταση συνολικά στον χώρο της Κεντροαριστεράς, ο οποίος στα προβληματικά νερά όπου λιμνάζει αδυνατεί να αμφισβητήσει σοβαρά τους υφιστάμενους πολιτικούς συσχετισμούς, εκτός ίσως από πιθανές οριακές αλλαγές και ιεραρχικές ανακατατάξεις εντός ορίων.
Ακόμα και στα φλέγοντα προβλήματα των πολιτών, την ακρίβεια και την ασφάλεια, όπου η κυβέρνηση προκαλεί διάχυτη δυσαρέσκεια και οργή, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν φαίνεται να πείθει με τις προτάσεις του. Είναι αλήθεια ότι η «ανανεωτική» Αριστερά παρουσίαζε ανέκαθεν μια εγγενή απροθυμία να αναλύσει το πρόβλημα της ασφάλειας, το οποίο προσέγγιζε αφ’ υψηλού, αφήνοντας να κάνουν τη δουλειά όλοι οι άλλοι – ακόμα και οι νεοναζί.
Αφετέρου, εκτός από σκληρή -είναι αλήθεια- κριτική για την ανεξέλεγκτη ακρίβεια, που πυροδοτεί η συνειδητή επιλογή του Κ. Μητσοτάκη να αβγατίσει τις εισπράξεις των μονοπωλίων με τα οποία έχει αμφίδρομη σχέση, οι πολίτες θεωρούν πως ό,τι ακούγεται από την Κουμουνδούρου είναι αδιάφορο. Πληροφορήθηκαν άπαντες μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια τις κομματικές θέσεις για τον γάμο των ομοφύλων, αλλά ελάχιστα για την ακρίβεια, το νέο παραγωγικό πρότυπο και την αντιμετώπιση της ανεργίας. «Έχω αναθέσει σχετικές επεξεργασίες σε επιτροπή 30 στελεχών και σύντομα θα ανακοινώσω πλήρως κοστολογημένη πρόταση» δήλωσε προ ημερών ο Σ. Κασσελάκης, όταν έγινε πλέον ανυπόφορα φανερό στα στελέχη του ότι ο ΣΥΡΙΖΑ μετατρέπεται ραγδαία σε ένα «κόμμα δικαιωματιστών», την ώρα που προέχει η υπεράσπιση των λαϊκών συμφερόντων.
Ο ερασιτεχνικός τρόπος που χειρίζεται τις τρέχουσες υποθέσεις -παρατηρούν όσοι δεν συγκαταλέγονται στους φθίνοντες διαρκώς υμνογράφους του-, αντί να προτείνει λύσεις, καθιστά το κόμμα μέρος του προβλήματος. Το αποτέλεσμα -επισημαίνουν στην «κυριακάτικη δημοκρατία» μπαρουτοκαπνισμένοι κομματικοί- είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, μολονότι η συγκυρία είναι ευνοϊκή, «δεν μπορεί να ανοίξει περπατησιά». Ο 7ος όροφος της Κουμουνδούρου, όπως καταμαρτυρούν, «εξαντλείται σε μια αντιμητσοτακική ρητορική, χωρίς εναλλακτική πρόταση. Ό,τι κάνουν δηλαδή στην Ευρώπη όλα τα συστημικά κόμματα, που αρκούνται σε προσωπική κριτική και υπόσχονται να αντικαταστήσουν μια δεξιά πολιτική με μια παρόμοια, απλά με διαφορετικές λέξεις».
Το επεισοδιακό τριήμερο των Σπετσών, το οποίο εξάντλησε ήδη την πολιτική δυναμική του από την ώρα που περιήλθε στην αρμοδιότητα των τηλεοπτικών εκπομπών ποικίλης ύλης, διοργανώθηκε «κατά τα επιχειρηματικά πρότυπα», όπως ευθαρσώς αναγνώρισε η γραμματέας της Κ.Ο. Θεοδώρα Τζάκρη, προκειμένου να αλλάξουν οι διαθέσεις και να γυρίσει ξανά ο διακόπτης.
Διαπιστώνεται αμφιθυμία. Και διατυπώνονται επ’ αυτού ισχυρές επιφυλάξεις από βουλευτές και στελέχη, που προβληματίζονται αναρωτώμενοι «τι νόημα θα έχει η εικόνα μιας επικοινωνιακού τύπου καταλλαγής, αν την επομένη βγει ο πρόεδρος και τα τινάξει όλα στον αέρα;». Έχει κανείς την εντύπωση ότι κάποιοι αρχίζουν να μην εμπιστεύονται και τόσο τους προεδρικούς αυτοσχεδιασμούς…
Αυτή η αβεβαιότητα αποτυπώθηκε στη διήμερη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής την περασμένη Κυριακή. Μετά τη λήξη των εργασιών, για το μόνο που ήταν βέβαιοι, ειδικά οι «σωματοφύλακες» Κασσελάκη (για τους υπόλοιπους αυτά είναι προφανή…), είναι ότι η εσωστρέφεια στην οποία βυθίζουν το κόμμα οι ερασιτεχνικοί και αλλοπρόσαλλοι χειρισμοί της ηγεσίας θα συνεχιστεί, αναχαιτίζοντας τις προσπάθειες για πολιτική και δημοσκοπική αντεπίθεση.
«Υπάρχουν έλλειμμα ηγεσίας και ραγισμένη ψυχολογική εγγύτητα, ενώ έχει αφυδατωθεί πλήρως η συλλογική λειτουργία, όπως και επί Τσίπρα» λένε στην εφημερίδα στελέχη, τα οποία βαθμηδόν δημοσιοποιούν τη δυσφορία τους για την αποχώρηση του τέως προέδρου, που άφησε, όπως τονίζουν, το κόμμα «κεραμιδαριό»…
Τάραξαν τα νερά, θα μετρήσουν δυνάμεις…
Τα νερά στο κατά γενική ομολογία πλαδαρό περιβάλλον, όπου αναζητείται η παραγωγή πολιτικής με το… κιάλι, τάραξε η πρόταση του Δικτύου Εναλλακτικής Κοινωνικής Αριστεράς, με άτυπο επικεφαλής τον Διονύση Τεμπονέρα (μετέχουν, μεταξύ άλλων, οι Διάνα Βουτυράκου, Ελένη Ευαγγελοπούλου, Γεωργία Ζαβιτσάνου, Στεφανία Κολυβοδιάκου, Φώτης Λαμπριανίδης, Χρήστος Λαμπρίδης, Ανδρέας Μιχαηλίδης, Νίκος Νικολόπουλος, Αλεξάνδρα Νταρλαγιάννη, Φωτεινή Παντιώρα, Χρήστος Ρόκκος, Βύλη Χατζηνικόλα, Γιάννης Μπουλέκος, Μυρτώ Κοροβέση, Γιώργος Ζάψας, Θέμης Μουμουλίδης, Βλάσσης Τσιόγκας, Φώτης Ζωγλοπίτης, Γιάννης Μεταξιώτης, Βασίλης Σταυρόπουλος, Θάνος Λέρας, Βασίλης Μανωλάκος, Δημήτρης Πέτρας, Μάνος Γαβριηλίδης και Χάρης Τσιόκας) για τη συγκρότηση «παλλαϊκού μετώπου δημοκρατίας» απέναντι στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές.
Στέλνοντας ηχηρότατο μήνυμα εν όψει συνεδρίου, το Δίκτυο αφήνει ανοιχτό το ποιος θα ηγηθεί στο μέτωπο, υπογραμμίζοντας για να το καταλάβουν όλοι: «Η δυναμική του εγχειρήματος θα προσδιορίσει τις εξελίξεις σε επίπεδο κορυφής, αλλά και τα πρόσωπα που μπορούν να υπηρετήσουν ένα τέτοιο ριζοσπαστικό πολιτικό σχέδιο».
Υπό αυτές τις συνθήκες οδεύει ο ΣΥΡΙΖΑ προς το συνέδριο του Φεβρουαρίου, το οποίο ολοένα περισσότεροι φοβούνται ότι θα έχει «χαρακτήρα διεκπεραίωσης». Βλέποντας, όπως εξομολογούνται, τη λυσσαλέα παρασκηνιακή μάχη ανάμεσα στις φιλοκασσελακικές φατρίες (Π. Πολάκης, Ν. Παππάς, κ.ά.) για τον έλεγχο των διαδικασιών, όπου προέχει η μονομερής αντιπροσώπευση αντί της πολιτικής προσπάθειας για ανασύνθεση και διεύρυνση του ΣΥΡΙΖΑ, συμπεραίνει κανείς ότι τελικά το μόνο που μαθαίνει γρήγορα ο Κασσελάκης είναι το τάισμα των κομματικών ενυδρείων…
Το πρόβλημα με τον Κασσελάκη δεν το έχει ο Μητσοτάκης. Το έχει ο Κασιδιάρης.