Του Χρήστου Μπολώση
«Η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη -και ο ίδιος προσωπικά- εργάζεται συστηματικά και μεθοδικά τεσσεράμισι χρόνια τώρα και έχει πετύχει μια σειρά πολύ θετικών εξελίξεων στο εθνικό ζήτημα των Γλυπτών του Παρθενώνα, της διεκδίκησης και της οριστικής επανένωσής τους στο Μουσείο της Ακρόπολης» δήλωσε έμπλεος εθνικής υπερηφάνειας η κυρία Μενδώνη (αμ δεν το είδαμε;).
Ακολουθεί ο ψαλμός «Ευλογημένος ο ερχόμενος ωσαννά» και είτα το «Σώσον, Κύριε, τον λαόν σου και ευλόγησον την κληρονομίαν Σου. Νίκας τοις Μητσοτάκοις κατά του Σούνακ δωρούμενος». Ακολουθεί αρτοκλασία και ολονυχτία προς τιμή του πορθητού του Λονδίνου.
Όλα αυτά μετά την «πόρτα» του δικού μας από τον ομόλογό του Βρετανό.
Ουδείς χαίρεται για την εθνική αυτή προσβολή και όλοι αναπολούν τον στρατάρχη Αλέξανδρο Παπάγο, που ως πρωθυπουργός συνάντησε στη βρετανική πρεσβεία τον Βρετανό ΥΠΕΞ Άντονι Ίντεν, που βρέθηκε στην Αθήνα για λογούς υγείας.
Όταν η κουβέντα ήρθε στο Κυπριακό, ο Ίντεν -και ενώ του μιλούσε ο Παπάγος- πήγε στο παράθυρο και κοίταζε αδιάφορα στον δρόμο.
Τότε ο Παπάγος, έξαλλος, του φώναξε «είμαι ο πρωθυπουργός της Ελλάδας και όταν μιλώ με κάποιον, αξιώ να μου δείχνει το πρόσωπό του και όχι τον κ@@ο του» και έφυγε.
Ήταν 22 Δεκεμβρίου του 1953.
Άλλες εποχές, άλλοι ηγέτες.