Οι αλλαγές στη φορολόγηση των ελεύθερων επαγγελματιών θα μπορούσαν να αποτελέσουν την αχίλλειο πτέρνα της κυβέρνησης, αλλά οι αντιδράσεις κινούνται στα επίπεδα της αμηχανίας
Του Ανδρέα Καψαμπέλη
Τι κι αν οι δείκτες απαισιοδοξίας και αβεβαιότητας στους κόλπους της ελληνικής κοινωνίας, σε συνδυασμό με την όξυνση των οικονομικών προβλημάτων, αυξάνονται με γεωμετρική πρόοδο; Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, μες στην καλή χαρά, ανεβάζει βίντεο, πριν φύγει για την Κίνα, στο TikTok, τρολάροντας τον Άδωνι Γεωργιάδη για τις σαχλαμάρες του στο «πιο δύσκολο υπουργείο» και μετά επιχειρεί να εξηγήσει πώς… λειτουργεί το υπουργικό συμβούλιο. Την ίδια ώρα, η αντιπολίτευση βυθίζεται ολοένα περισσότερο στο δράμα της, που έχει αποκτήσει πλέον υπαρξιακό περιεχόμενο, αλλά οι επικεφαλής της δείχνουν να μην το αντιλαμβάνονται. Και μαλώνουν για το ποιος θα σύρει πρώτος τον δικό του… χορό του Ζαλόγγου.
Μέσα σε αυτό το αλλόκοτο και πρωτόγνωρο σκηνικό, η κυβέρνηση άδραξε μάλιστα την ευκαιρία για να φέρει ένα νομοσχέδιο, για το οποίο, υπό άλλες συνθήκες, θα είχαν ήδη «ξηλωθεί πεζοδρόμια». Οι αλλαγές στη φορολόγηση των ελεύθερων επαγγελματιών θα μπορούσαν να αποτελέσουν την αχίλλειο πτέρνα της επί του «πεδίου» πια, αλλά επί του παρόντος οι αντιδράσεις κινούνται στα επίπεδα της αμηχανίας, καθώς και μιας ιδιόμορφης ενοχικότητας την οποία έχει τροφοδοτήσει επί μακρόν ο κοινωνικός αυτοματισμός. Άλλωστε, «στο σπίτι του κρεμασμένου δεν μιλάνε για σχοινί», όπως υποχρεώθηκε να αναγνωρίσει ο νέος πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Στέφανος Κασσελάκης, πριν υποσχεθεί (με πόση αξιοπιστία;) «μηδενικό φόρο».
Η ουσία πάντως είναι ότι το θέμα αυτό προσφέρει ένα απτό παράδειγμα των αλλαγών που έχουν επέλθει στο τρίγωνο «κυβέρνησης – κοινωνία – αντιπολίτευση». Και τώρα είναι περισσότερο ο κίνδυνος αυτοανάφλεξης εντός της Ν.Δ. που υποχρέωσε τα κυβερνητικά στελέχη, όπως ο αρμόδιος υπουργός Οικονομικών Κ. Χατζηδάκης και ο Μ. Βορίδης, να κάνουν μισό βήμα πίσω, υποσχόμενα «διορθώσεις», προκειμένου να αμβλύνουν τις εντυπώσεις. Όπως άλλωστε κατέδειξαν και οι πρόσφατες αυτοδιοικητικές εκλογές, το πραγματικό ρήγμα η Ν.Δ. το υπέστη όχι από τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ, αλλά εκ των έσω, με τους (βαθιά μπλε απόχρωσης) «αντάρτες» και τη «γαλάζια» αποχή του δεύτερου γύρου.
Ήδη ο σχετικός πονοκέφαλος έχει μεταφερθεί εντός της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της Ν.Δ., ολοένα περισσότερα μέλη της οποίας γίνονται δέκτες έντονων -αν και προσώρας ασύντακτων και ασχημάτιστων- αντιδράσεων από «εξαπατηθέντες» ψηφοφόρους τους. Η ανυποληψία της αντιπολίτευσης, η κοινωνική κόπωση και η ομερτά των περισσότερων μέσων ενημέρωσης είναι, εξάλλου, οι λόγοι για τους οποίους δεν αναδεικνύεται επαρκώς η ασυνέπεια λόγων και πράξεων της κυβέρνησης στο θέμα αυτό.
Στον κλάδο των ελεύθερων επαγγελματιών και των αυτοαπασχολουμένων η Ν.Δ. στις διπλές κάλπες του καλοκαιριού είχε σαρώσει. Με ποσοστά άνω του 50% στην ομάδα αυτή είχε σφραγίσει την κυριαρχία της και είχε «κλειδώσει» εκ νέου την αυτοδυναμία της, την ώρα που ο ΣΥΡΙΖΑ έπεφτε στα «τάρταρα», υποχωρώντας στην αντίστοιχη εκλογική κατηγορία στο 16%. Στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης θυμούνται ακόμη εξοργισμένους επαγγελματίες να τους διώχνουν κλοτσηδόν από τα μαγαζιά τους μόλις σημειώθηκε το περίφημο «αυτογκόλ» Κατρούγκαλου την τελευταία ημέρα της προεκλογικής περιόδου του Ιουνίου. Την ίδια στιγμή, η Ν.Δ. και προσωπικά ο Κ. Μητσοτάκης πλειοδοτούσαν σε διαβεβαιώσεις ότι δεν θα επιβληθεί οποιασδήποτε μορφής, άμεση ή έμμεση, νέα φορολογική επιβάρυνση και ότι, αντιθέτως, θα υπάρξουν νέες μειώσεις.
Το σοβιετικού τύπου οριζόντιο χαράτσωμα των ελεύθερων επαγγελματιών επιβάλλεται στο όνομα της αντιμετώπισης της φοροδιαφυγής, και με αυτό το ευγενές πρόσχημα επιχειρείται να υπάρξει «συναίνεση» από τις άλλες κοινωνικές ομάδες, και κυρίως τους μισθωτούς. Εκτός από την αναζωπύρωση του κοινωνικού κανιβαλισμού -που παραπέμπει και στα πρώτα μνημονιακά χρόνια, με τις γνωστές οδυνηρές συνέπειες- όλο αυτό κρύβει, όμως, και ένα τεράστιο ψέμα.
Η πραγματική επιδίωξη της κυβέρνησης είναι να «μαζέψει» διά της φορολογίας χρήματα για να γεμίσει κάπως τα κρατικά ταμεία, τώρα που τελειώνει οριστικά η δημοσιονομική χαλάρωση, αρχίζει η επιστροφή στη «σταθερότητα» και πρέπει να καλυφθούν οι ζημιές και οι «τρύπες» που χρηματοδοτήθηκαν τα τελευταία χρόνια με (νέα) δανεικά 51,5 δισ. ευρώ. Οι περίπου 473.000 ελεύθεροι επαγγελματίες θα κληθούν να πληρώσουν έναν κεφαλικό φόρο, κατά μέσον όρο της τάξης των 1.444 ευρώ ετησίως και συνολικά περίπου 684.000.000 ευρώ. Ταυτόχρονα θα χάσουν επιδόματα ύψους 100.000.000 ευρώ, ενώ δεν θα δικαιούνται το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, αφού θα υποχρεωθούν σε τεκμήριο 10.920 ευρώ. Αυτό μάλιστα είναι το χειρότερο της όλης υπόθεσης, διότι συνθέτει τη μεγάλη εικόνα που υπάρχει πίσω από αυτό το πρώτο βήμα φοροεπιδρομής, σε συνδυασμό με την επέλαση της ακρίβειας και την περαιτέρω φτωχοποίηση των κοινωνικών στρωμάτων.
Παράλληλα, εκτός από την πιθανή αποτυχία του οικονομικού στόχου, αναμένεται να επηρεάσει αρνητικά και την ανεργία, αφού με βάση και την εμπειρία του παρελθόντος υπολογίζεται ότι άλλοι 100.000 από τους 676.000 επαγγελματίες θα οδηγηθούν σε λουκέτο, αδυνατώντας να ανταποκριθούν εκ των πραγμάτων -και όχι επειδή είναι φοροφυγάδες- στις αυξημένες υποχρεώσεις.
Ο κ. Μητσοτάκης, μάλιστα, μπορεί σε αυτό το τελευταίο χαρωπό βίντεο στο TikTok να υπερηφανεύτηκε ότι οι συνεδριάσεις του υπουργικού συμβουλίου διαρκούν, σε αντίθεση με το παρελθόν, συχνά τρεις ολόκληρες ώρες, αλλά εν προκειμένω η απορία είναι γιατί χρειάστηκε τόσο πολύ για να αντιγραφεί το μοντέλο που είχε εφαρμόσει από το 1994, επί ΠΑΣΟΚ, ο Αλέκος Παπαδόπουλος. Ο τότε σοσιαλφιλελεύθερος υπουργός Οικονομικών είχε επιβάλει τα περίφημα «αντικειμενικά κριτήρια», ομολογώντας όμως ευθαρσώς ότι διαφορετικά θα χρεοκοπούσε η οικονομία λόγω των άδειων κρατικών ταμείων που είχε αφήσει η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη μερικούς μήνες νωρίτερα. Ωστόσο και εκείνο το εγχείρημα απέτυχε, οδηγώντας λίγα χρόνια αργότερα στη μετ’ επαίνων κατάργησή τους…
Οι ορφανές εκλογικές μάζες…
Το πολιτικό περιβάλλον, πάντως, σήμερα είναι ομολογουμένως πολύ διαφορετικό. Με την αλαζονεία των αλλεπάλληλων εκλογικών νικών και του 41%, η ηγεσία της Ν.Δ. κινείται χωρίς φρένα, έστω κι αν ακόμη και στις τελευταίες συστημικές δημοσκοπήσεις έχουν αυξηθεί εντυπωσιακά τα ποσοστά δυσαρέσκειας σε όλους τους τομείς, εσωτερικούς και εξωτερικούς, ενώ σημασία έχει και ότι όσοι βλέπουν θετικά το έργο της κυβέρνησης πλέον είναι περίπου 10 μονάδες κάτω από το εκλογικό ποσοστό του Ιουνίου. Ωστόσο, με τα κόμματα του άλλου (κεντροαριστερού) πόλου να μην μπορούν να αθροίσουν ούτε τη μισή από την εκλογική δύναμη της Ν.Δ., μένει με ενδιαφέρον να φανεί προς τα πού θα κινηθούν, μέχρι τις ευρωεκλογές, οι «ορφανές» εκλογικές μάζες…