Του Νίκου Γ. Μερτζάνη
Βρισκόμαστε μία εβδομάδα πριν από τις αυτοδιοικητικές εκλογές, όπου θα κληθούμε να ψηφίσουμε για την καθημερινότητα στις γειτονιές μας, και η ανάπτυξη των προγραμμάτων των υποψηφίων και τα επιχειρήματα για να πείσουν τους ψηφοφόρους, τουλάχιστον στις μεγάλες Περιφέρειες και δήμους, αγνοούνται. Υποψήφιοι δήμαρχοι και περιφερειάρχες, είτε δεν θέλουν είτε δεν μπορούν, πάνε προς τις εκλογές χωρίς να έχουν αντιπαραθέσει τα προγράμματά τους σε μια δημόσια συζήτηση και αρκούνται σε συνθήματα.
Όσο κι αν μοιάζει αφοριστικό αυτό που γράφω, είναι αληθινό και ταυτόχρονα προβληματικό για τη λειτουργία δήμων και Περιφερειών.
Στους μεγάλους δήμους, όπως η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη, η αντιπαράθεση των υποψηφίων όσον αφορά τα σχέδιά τους θα έπρεπε να είναι καθημερινή και να γίνεται κτήμα όλων των πολιτών, όχι μόνο των Θεσσαλονικέων και των Αθηναίων. Αφορά όλη την Ελλάδα το ποιοι είναι αυτοί που θα διοικήσουν, γιατί όλοι εκ των πραγμάτων θα βρεθούμε στις δύο αυτές πόλεις αρκετές φορές κατά τη διάρκεια της θητείας των δημάρχων τους. Δεν είναι δυνατόν να μη γνωρίζουμε όλοι μας πού έχουν σκοπό να πάνε το καράβι οι νικητές. Η Αθήνα, η Θεσσαλονίκη και όλες οι υπόλοιπες μεγάλες πόλεις έχουν κατοίκους χιλιάδες ανθρώπους από την Περιφέρεια, που είτε σπουδάζουν είτε εργάζονται σε αυτές, αλλά έχουν τα εκλογικά τους δικαιώματα στον τόπο καταγωγής τους.
Είναι ίσως η πρώτη φορά που δεν έχω κρατήσει στα χέρια μου το πρόγραμμα ενός από τους υποψήφιους δημάρχους της Αθήνας – και δεν εννοώ τα δισέλιδα διαφημιστικά με τα πιασάρικα συνθήματα, αλλά τις βασικές προτεραιότητες, για την επόμενη πενταετία, ώστε να μην αποτελεί κρυφό μυστικό το σχέδιο κάθε υποψηφίου.
Το πρώτο φάουλ είναι αυτό όσον αφορά τους μεγάλους δήμους και το δεύτερο ότι όλοι επενδύουν σε υποψήφιους δημοτικούς συμβούλους οι οποίοι είναι αναγνωρίσιμοι. Είναι λογικό, από τη μια πλευρά, να χρειάζονται οι συνδυασμοί «κράχτες» (συγχωρέστε μου την έκφραση) σε μια χαώδη πληθυσμιακά περιοχή, αλλά δεν είναι εγγύηση επιτυχίας στα καθήκοντά του ως δημοτικού συμβούλου η δημοφιλία του. Το ίδιο ισχύει και για τους υποψήφιους περιφερειακούς συμβούλους – δεν αλλάζει κάτι ούτε εκεί. Οι ικανότητες και η πρόθεση να εργαστούν για τα κοινά έρχονται σε δεύτερη μοίρα.
Κάτι ανάλογο συμβαίνει και στους μικρότερους δήμους, όπου πέρα από την αναγνωρισιμότητα χρειάζονται και τα μεγάλα σόγια ή η καλλιέργεια πελατειακών σχέσεων.
Η πρακτική να ψηφίζουμε στις αυτοδιοικητικές εκλογές ανθρώπους που γνωρίζουμε όχι για τις ικανότητές τους, αλλά επειδή είναι δημοφιλείς ή συγγενείς μας ή μας έχουν υποχρεώσει με κάποια χάρη είναι η επικρατούσα. Και τελικά είναι λάθος. Είναι λάθος, γιατί ψηφίζουμε στα τυφλά και τις περισσότερες φορές οι επιλογές μας οδηγούν ολόκληρες πόλεις στον μαρασμό.
Αν δεν καταλάβει Η Ελληνίδα και Ο Έλληνας ότι ψηφίζοντας Περιφερειάρχες και Δημάρχους που πατρονάρονται και στηρίζονται από την Ν.Δ είναι να ψηφίζουν το μακρύ χέρι της Ν.Δ η οποία από το 2019 έως σήμερα το μόνο που έχει κάνει είναι να οδηγεί τον λαό από το κακό στο χειρότερο , τότε η Ελλάδα δεν θα ξεφύγει από τα νύχια των αρπακτικών .