Η σημασία των αποφάσεων της τριμερούς Πούτιν-Ερντογάν-Ραϊσί

Στο ιδιαίτερα επιδραστικό βιβλίο του “Η Μεγάλη Σκακιέρα”, ο άλλοτε σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας του Λευκού Οίκου Ζμπίγκνιου Μπρεζίνσκι σημείωνε ότι “δυνητικά, το πιο επικίνδυνο [για τις ΗΠΑ] σενάριο θα ήταν μια μεγάλη συμμαχία της Κίνας, της Ρωσίας και ενδεχομένως του Ιράν, μια “αντι-ηγεμονική” συμμαχία που θα είχε ως βάση όχι την ιδεολογία αλλά συμπληρωματικές αιτίες δυσφορίας”.

Το κατά Μπρεζίνσκι “επικίνδυνο σενάριο” βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, όπως καταδεικνύουν αλλεπάλληλα γεγονότα στον χώρο της Ευρασίας τις παρελθούσες εβδομάδες, με τελευταία την πολύωρη Σύνοδο Κορυφής Ρωσίας, Ιράν και Τουρκίας χθες Τρίτη στην Τεχεράνη.

Ήταν η πρώτη φορά που η Ισλαμική Δημοκρατία φιλοξενούσε συνάντηση κορυφής της λεγόμενης “Διαδικασίας της Αστάνα”, ήτοι της τριμερούς πρωτοβουλίας για τη ρύθμιση του συριακού ζητήματος. Ήταν επίσης η πρώτη φορά που οι τρεις ηγέτες πραγματοποιούσαν κοινή σύνοδο μετά από αυτήν που είχαν εξ αποστάσεως το καλοκαίρι του 2020.

Και ήταν η δεύτερη μόλις φορά μετά την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία που ο Βλαντίμιρ Πούτιν περνούσε τα σύνορα της χώρας του. Το ποια υπήρξε η πρώτη είναι επίσης άκρως ενδεικτικό: επρόκειτο για τη Σύνοδο της Ασγκαμπάτ στις 29 Ιουνίου, όπου η Ρωσία, το Ιράν, το Αζερμπαϊτζάν, το Καζακστάν και το Τουρκμενιστάν επιβεβαίωσαν γραπτά, σε συνέχεια της Συνθήκης για το Καθεστώς της Κασπίας, την οποία συνυπέγραψαν το 2018, ότι δεν πρόκειται να δεχθούν την ανάπτυξη στρατιωτικών δυνάμεων μη παράκτιων κρατών στην θάλασσα η οποία υποστηρίζει την νέα εμπορική οδό Βορρά-Νότου (από τη ρωσική επικράτεια μέχρι την Ινδία, μέσω Ιράν), αλλά και ελέγχει κάθε επιθυμία της Δύσης για προώθηση προς την Κεντρική Ασία και τα δυτικά σύνορα της Κίνας.

Μήνυμα

Η συνάντηση της Τεχεράνης, πάλι, έδωσε το μήνυμα ότι η ουκρανική της περιπέτεια δεν οδηγεί την Ρωσία σε παραμέληση των μεσανατολικών της μετώπων. Μολονότι δε η “Διαδικασία της Αστάνα” αποτελεί σχήμα ad hoc συνεργασίας ως προς τη συριακή κρίση, οι Βλαντίμιρ Πούτιν, Ταγίπ Ερντογάν και Εμπραχίμ Ραϊσί τόνισαν στο κοινό ανακοινωθέν τους ότι προτίθενται να ενισχύσουν τον τριμερή συντονισμό των χωρών τους στην κατεύθυνση πολιτικής και οικονομικής συνεργασίας.

Ιστορικά, το Ιράν, η Ρωσία και η Τουρκία έχουν σχέσεις ανταγωνιστικές, όμως το μεταβαλλόμενο διεθνές περιβάλλον, η κοινή καχυποψία για τις προθέσεις των ΗΠΑ και οι ευκαιρίες που γεννά η αναδυόμενη ευρασιατική οικονομική ολοκλήρωση τις φέρνει πιο κοντά.

Για τον Ταγίπ Ερντογάν, ειδικότερα, η συμμετοχή στο σχήμα της Αστάνα ήταν ένας τρόπος, ώστε η Τουρκία να διατηρήσει – και μετά την αποτυχία του σχεδίου αλλαγής καθεστώτος στη Δαμασκό – βαρύνοντα ρόλο στην “επόμενη μέρα” της Συρίας και να διασφαλίσει ότι δεν θα πάρει σάρκα και οστά ο μεγαλύτερος εφιάλτης της: η ανάδυση στα νότια σύνορά της και δεύτερης (μετά από αυτήν στο βόρειο Ιράκ) αυτόνομης κουρδικής οντότητας, συνδεόμενης μάλιστα αυτή τη φορά με την οργάνωση ΡΚΚ.

Για την Ρωσία και το Ιράν, πάλι, η μεταξύ τους συνεργασία παίρνει το τελευταίο διάστημα ολοένα και σαφέστερα στρατηγικά χαρακτηριστικά. Το αποκαλύπτει αυτό η επικείμενη εισδοχή της Ισλαμικής Δημοκρατίας στον Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάης (το ευρασιατικό οιονεί αντι-ΝΑΤΟ) και η αίτηση εισδοχής της στην ομάδα BRICS, αλλά και η προειδοποίηση του Αμερικανού συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας Τζέικ Σάλιβαν ότι το Ιράν προτίθεται να ενισχύσει την ρωσική πολεμική προσπάθεια στην Ουκρανία με εξελιγμένα drones ιρανικής κατασκευής, όπως τα Shahed-129 και Shahed-191.

Διόλου τυχαία, ο αρχηγός του ιρανικού στρατού ξηράς, στρατηγός Χεϊνταρί μόλις δήλωσε ότι οι ιρανικές ένοπλες δυνάμεις έχουν την δυνατότητα παραγωγής εξελιγμένων drones τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε μεγάλες αποστάσεις για αποστολές αναγνώρισης ή πραγματοποίησης πληγμάτων και θα μπορούσαν να εξαχθούν σε φίλια έθνη.

Ανταπόδοση

Η ρωσική ανταπόδοση υπήρξε επίσης εξαιρετικά γενναιόδωρη. Διότι η συμφωνία με την Gazprom που ανακοινώθηκε στην Τεχεράνη θέλει τον ρωσικό κολοσσό φυσικού αερίου να πραγματοποιεί την μεγαλύτερη στα χρονικά επένδυση στον ιρανικό κλάδο υδρογονανθράκων, ύψους 40 δισ. δολαρίων.

Η επένδυση αυτή θα πρέπει ασφαλώς να ειδωθεί συμπληρωματικά με την συμφωνία που έχει υπογράψει το Ιράν με την Κίνα, ύψους 25 δισ. δολαρίων.

Όλα αυτά έρχονται σε μία συγκυρία κατά την οποία οι διαπραγματεύσεις για την αναβίωση της διεθνούς συμφωνίας του 2015 με αντικείμενο το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης βρίσκονται σε αδιέξοδο, με την ιρανική πλευρά να δηλώνει έτοιμη να προχωρήσει, εάν το αποφασίσει, σε ανάπτυξη πυρηνικών όπλων και το δίδυμο ΗΠΑ-Ισραήλ να διακηρύσσει κατά την μεσανατολική περιοδεία Μπάιντεν την προηγούμενη εβδομάδα έτοιμο για στρατιωτική δράση σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο.

Λιγότερο εντυπωσιακά ήταν όμως τα αποτελέσματα της Συνόδου της Τεχεράνης για τον Τούρκο ηγέτη, ο οποίος επείγεται να βρει κατανόηση από τους διεθνείς συνομιλητές του για την προεξαγγελθείσα νέα τουρκική εισβολή στη βόρεια Συρία με στόχο τους Κούρδους αυτονομιστές.

Ήδη σε διμερή συνάντηση του Ταγίπ Ερντογάν με τον ανώτατο ηγέτη του Ιράν αγιατολλάχ Αλί Χαμενεΐ, ο τελευταίος προειδοποίησε ότι μια στρατιωτική επιχείρηση θα έκανε κακό τόσο στη Συρία όσο και στην Τουρκία και θα αποσταθεροποιούσε την περιοχή, ενώ το κοινό ανακοινωθέν των τριών προέδρων δεν απηχεί, πέραν της κατανόησης των “αντιτρομοκρατικών ευαισθησιών” της Άγκυρας, παρά την γραμμή Μόσχας-Τεχεράνης για τη διαφύλαξη της εδαφικής ακεραιότητας της Συρίας.

Αντίθετα, το κοινό ανακοινωθέν στρέφει κατεξοχήν τα βέλη του εναντίον της αμερικανικής πλευράς, απορρίπτοντας “όλες τις προσπάθειες για δημιουργία νέων πραγματικοτήτων στο έδαφος υπό το πρόσχημα καταπολέμησης της τρομοκρατίας, συμπεριλαμβανομένων παράνομων πρωτοβουλιών αυτοδιοίκησης”, εκφράζοντας επίσης “την αντίθεσή τους στην παράνομη κατάληψη εκμετάλλευση και μεταφορά γεωτρήσεων πετρελαίου που ανήκουν στη Συρία” και καταγγέλλοντας “όλες τις μονομερείς κυρώσεις που παραβιάζουν το διεθνές δίκαιο, το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο και τη Χάρτα του ΟΗΕ, αλλά και μέτρα που προκαλούν διακρίσεις σε ορισμένες περιοχές και θα μπορούσαν να οδηγήσουν στον διαμελισμό της χώρας”.

Με άλλα λόγια, ενώ παίρνουν τις μεγαλύτερες δυνατές αποστάσεις από τους υπό αμερικανική προστασία Κούρδους αυτονομιστές, οι “τρεις της Αστάνα” δείχνουν να προκρίνουν ως λύση την επανυπαγωγή των κουρδοκρατούμενων περιοχών στην κεντρική εξουσία της Δαμασκού, στο πλαίσιο του συνταγματικού-πολιτικού διαλόγου τον οποίο έχουν υιοθετήσει για την επίλυση της συριακής κρίσης.

Πηγή: capital.gr

ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ

Please enter your comment!
Please enter your name here

Τελευταία άρθρα

Πώς η δυτική δημοκρατία μεταμορφώνεται σε ισλαμική

Οι φωταδιστές της Δύσης ψάχνουν να βρουν ένα νέο όνομα δημοκρατίας για να εντάξουν το νέο καθεστώς της Συρίας....

… Πίσω από τις ρωσικές βάσεις στη Συρία

Η τύχη των δύο ρωσικών βάσεων στη Συρία αποτελεί μια βασική παράμετρο των τελευταίων ραγδαίων εξελίξεων, που θα επηρεάσει...

Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ξεφτίλισε τα Σκόπια!

Την 9η Δεκεμβρίου, Παγκόσμια Ημέρα κατά της Διαφθοράς, αποφάσισε το Στέιτ Ντιπάρτμεντ να ξεμπροστιάσει τη διεφθαρμένη κυβέρνηση και τη...

Κερδισμένοι και χαμένοι του «πρώτου γύρου» στη Συρία

Η πτώση του Μπασάρ Αλ Άσαντ αποτελεί αναμφίβολα, εκ πρώτης όψεως, μια στρατηγική νίκη για την Τουρκία, τις Ηνωμένες...