Του Γιώργου Χαρβαλιά
Συγχωρέστε με, αλλά θα αρνηθώ να συνδράμω από τούτη τη στήλη στο γελοίο κουβεντολόι περί προεδρικής εκλογής που έστησε με μαεστρία ο Κυριάκος. Το λουστήκαμε ήδη αρκετές εβδομάδες και θα το φάμε στο κεφάλι για μερικές ακόμη, μέχρι να πάρει το χρίσμα ένας δοτός τού πρωθυπουργού.
Πολύς αχός για το τίποτα. Η χώρα έχει πολύ περισσότερα προβλήματα από το αν θα ψηφιστεί σε έναν θώκο, εντελώς διακοσμητικό, σχεδόν συμβολαιογραφικού χαρακτήρα, ένας επαγγελματίας αυλοκόλακας μηδενικής πολιτικής βαρύτητας, όπως ο Τασούλας.
Το γεγονός ότι επελέγη (απολύτως αναμενόμενο για την ανασφάλεια και τα συμπλέγματα που διακατέχουν τον Μητσοτάκη) έναντι κάποιων άλλων, λιγότερο ασήμαντων, αλλά εξίσου ακατάλληλων, απλά επιτείνει τον γενικότερο ζόφο. Μικρός άνθρωπος σε έναν υποβαθμισμένο θεσμό, που έσπευσε να κουρελιάσει τα τελευταία τέσσερα χρόνια η ανεκδιήγητη Κατερίνα Σακελλαροπούλου.
Ας μη ζαλιζόμαστε λοιπόν με τις επικείμενες ψηφοφορίες, αναλώνοντας τον χρόνο μας με φαιδρότητες. Το σασπένς είναι πραγματικά ανύπαρκτο. Κατασκευάζεται από τα κανάλια κατά παραγγελία του επικοινωνιακού μαγειρείου στο Μαξίμου, απλά και μόνο για να περνά η ώρα και να μη βλέπουμε τα υπόλοιπα: τα τρένα που τρακάρουν με αυτοκίνητα σε ανοιχτές διαβάσεις, τα ασανσέρ των νοσοκομείων που πέφτουν, τους μαφιόζους επίορκους αστυνομικούς που θρέφονται στις παρακάμαρες της «γαλάζιας» εξουσίας και στις αυλές των κρατικοδίαιτων ολιγαρχών, τους υπότροπους «κοκάκηδες» που σπέρνουν τον θάνατο στους δρόμους, την επικήρυξη των τενεκέδων με το λάδι…
Ωραία επιχείρηση αντιπερισπασμού, λοιπόν, αλλά για τους ανόητους. Οι περισσότεροι Έλληνες γνωρίζουν ότι ο προεδρικός θεσμός στη χώρα μας είναι άνευ πολιτικής σημασίας. Περιθωριοποιήθηκε πλήρως στη συνταγματική αναθεώρηση του 1986, που μετέτρεψε το πολίτευμα της χώρας από προεδρευομένη κοινοβουλευτική δημοκρατία σε αμιγώς πρωθυπουργοκεντρική.
Μέχρι εκείνη τη στιγμή, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας διέθετε σημαντικότατες εξουσίες, στα πρότυπα του γαλλικού Συντάγματος του 1958 που επανέφερε τον Ντε Γκολ. Ο Γάλλος πρόεδρος μπορούσε να στέλνει πρωθυπουργούς και κυβερνήσεις στα σπίτια τους.
Παρότι δεν εκλεγόταν απευθείας από τον λαό, δικαίωμα να διαλύει τη Βουλή και να διορίζει υπηρεσιακή κυβέρνηση είχε και ο Έλληνας Πρόεδρος της Δημοκρατίας μέχρι το 1986. Από τότε, με πρωτοβουλία του Ανδρέα Παπανδρέου, η πολιτική ευθύνη μεταφέρθηκε εξ ολοκλήρου στον πρωθυπουργό, που έγινε το επίκεντρο της κρατικής εξουσίας. Ο Πρόεδρος απογυμνώθηκε από όλες τις εκτελεστικές αρμοδιότητες και η υπογραφή του στα νομοθετικά διατάγματα είναι τυπική, αφού αυτά εκδίδονται με πρωτοβουλία των αρμόδιων υπουργών. Το μοναδικό όπλο που έχει μείνει στον «ανώτατο πολιτειακό άρχοντα» για να ταρακουνήσει το σύστημα είναι η απειλή παραίτησής του, που θα μπορούσε να οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές. Το χρησιμοποίησε ο Προκόπης Παυλόπουλος, ο τελευταίος που τίμησε τον προεδρικό θεσμό το 2015, όταν η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ με τους απίθανους ερασιτεχνισμούς της έσπρωχνε τη χώρα στα βράχια.
Ανεξαρτήτως της προηγούμενης πολιτικής του πορείας, ο Παυλόπουλος ήταν αυτό που λέμε «κομμένος και ραμμένος» για το προεδρικό αξίωμα. Ένα τέρας ευρυμάθειας, που μπορεί να απαγγέλλει απέξω όλη την αρχαία ελληνική γραμματεία, ένας πολυγραφότατος συνταγματολόγος, ένας ακαδημαϊκός με όλη τη σημασία της λέξεως, αλλά και ένας ευγενής αστός με υψηλές διεθνείς επαφές και άνεση να κινείται στους διαδρόμους της παγκόσμιας πολιτικής σκηνής.
Στη μεταπολιτευτική Ιστορία, το προεδρικό διαμέτρημα του Παυλόπουλου μπορεί να συγκριθεί, νομίζω, μόνο με του -επίσης ακαδημαϊκού- Κωνσταντίνου Τσάτσου και δευτερευόντως με του Κωστή Στεφανόπουλου, που υπήρξε υπόδειγμα ηθικής ακεραιότητας. Αλλά ο Κυριάκος δεν τον ήθελε, γιατί, μεταξύ άλλων, είχε και ένα πρόσθετο… «ελάττωμα»: άνοιγε το στόμα του στους ξένους ηγέτες που συναντούσε. Και ειδικά στους Γερμανούς, στους οποίους θύμιζε το ζήτημα των πολεμικών αποζημιώσεων.
Αυτές οι πρωτοβουλίες δεν αρέσουν στον σημερινό πρωθυπουργό. Για αυτό επέλεξε μια κυρία άχρωμη και άοσμη, που ούτε το όνομά της δεν μπορεί να πει αν δεν το διαβάσει γραμμένο.
Ας μην κοροϊδευόμαστε: η μοναδική αξία στο απολύτως διακοσμητικό προεδρικό αξίωμα έγκειται στο γεγονός ότι προσφέρει ευκαιρία να ακουστεί και από διαφορετικά «επίσημα χείλη» η φωνή της Ελλάδας για κρίσιμα διεθνή και εθνικά ζητήματα. Πέραν τούτου, ουδέν.
Ο Στεφανόπουλος έκανε χρήση αυτής της δυνατότητας με την εκπληκτική του ομιλία ενώπιον του Κλίντον. Και, όπως ίσως δεν γνωρίζουν πολλοί, ανάλωνε το μεγαλύτερο τμήμα του προεδρικού μισθού σε κοινωφελείς δραστηριότητες. Ο Παυλόπουλος τα είπε στη Μέρκελ, τα είπε στον Σταϊνμάιερ, τα είπε όμως και στον Ερντογάν. Κι ήταν αυτός που απείλησε να παραιτηθεί αν συνεχιζόταν η «Βαρουφακειάδα». Η κυρία Σακελλαροπούλου, από την πλευρά της, θα μείνει στην Ιστορία επειδή πανηγύρισε παρέα με τους ΛΟΑΤΚΙ τη θέσπιση του γάμου των ομοφύλων και επειδή αύξησε τα έξοδα της Προεδρίας κατά 30%…
Δεν υπάρχει, λοιπόν, κανένας λόγος να ασχολούμαστε με τον προεδρικό θεσμό στο εξής. Στην επόμενη αναθεώρηση, καλύτερα να καταργηθεί πλήρως για να μην επιβαρύνεται ο Έλληνας φορολογούμενος. Εκτός κι αν ο επόμενος ένοικος του μεγάρου της Ηρώδου Αττικού μάς εκπλήξει, λέγοντας ότι, ακριβώς επειδή τα καθήκοντά του είναι εξαιρετικά περιορισμένα, χαρίζει τον μισθό του στο κράτος. Όπως παραλίγο να κάνει με τη σύνταξη του πρώην πρωθυπουργού η κυρία Δάφνη Σημίτη…
Συμφωνώ σε όλα με το άρθρο σας, ξεχάσατε,εντεχνως νομίζω , να αναφέρεται άλλο ένα μεγάλο επίτευγμα του κ. Παυλόπουλου την υπογραφή της συμφωνίας των Πρεσπών. Κάνω λάθος;
Για την περιβόητη συμφωνίας των Πρεσπών ας κρατηθεί πολύ μικρό καλάθι.
Δεν πέρασε στα μάτια του αναγνώστη η πραγματική εικόνα και το μέγεθος
τι ακριβώς έχει παιχτεί εκεί στην νευραλγική θέση Δυτικά Βαλκάνια.
Τα χρόνια θα περάσουν, κάποιοι θα διαβάζουν αλήθειες, αλλά ως συνήθως
μετά 50 έως 70 χρόνια.
Μια ματιά σε όλο αυτό που ξεπροβάλλει ως να είναι η πρωινή αυγούλα
με αυτά τα πολύ γλυκά κίτρινο-μελίσσι-πορτοκαλί- κόκκινο χρώματα
προϊδεάζει αλλά και προαναγγέλλει γεγονότα που άλλα επιθυμούσαν
άλλα δεν τους κάθισαν στα σχέδια.
Μακρύς ο δρόμος, η διαδρομή με πολλά εμπόδια, η εικόνα όμως αργά
αλλά σταθερά διαγράφεται πως ήθελε ολοκληρωθεί στο τέρμα.
Πολλά είναι τα σωστά που αναφέρει ο κ. Χαρβαλιάς στο άρθρο του. Αν, όμως, συγκρίνει την απόλυτη ανεπάρκεια της κας Σακελλαροπούλου για να “αποθεώσει” τον κ. Παυλόπουλο να του θυμίσω ότι οι πολίτες θυμόμαστε πολλά ΚΑΙ για τον κ. Παυλόπουλο: Για παράδειγμα, τη μονιμοποίηση (όταν ήταν υπουργός) των 35.000 συμβασιούχων, που συνετέλεσε (και αυτή) στη χρεωκοπία της χώρας. Μπορεί επίσης ο κ. Παυλόπουλος να έθετε ζητήματα σε ξένους ηγέτες, ο χαρακτήρας του όμως και η “γλώσσα του σώματος” άλλα εξέπεμπαν (δειλία;). Έχει καταντήσει “θρυλική” η φωτογραφία του κ. Παυλόπουλου με τον Ερντογάν στον καναπέ του προεδρικού μεγάρου, όπου ο Τούρκος είχε καταλάβει τα 2/3 του καναπέ με ύφος αφεντικού ενώ ο Έλληνας οικοδεσπότης είχε ζαρώσει στο 1/3 του. Θα είχαν τέτοια στάση ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ή ο Ανδρέας Παπανδρέου; Εννοείται όχι! Επίσης, οι “αυστηρές προειδοποιήσεις” που απηύθυνε κάθε λίγο και λιγάκι στην Τουρκία, είχαν καταντήσει κωμικές και του είχαν δώσει το προσωνύμιο: ο “Πάκης”. Με όλα αυτά διαπιστώνει αβίαστα κανείς ότι η χώρα μας στερείται τις τελευταίες δεκαετίες από ηγέτες με εκτόπισμα και έχουμε καταντήσει να αποθεώνουμε μετριότητες…
Υ.Γ. Σχετικά με τη συμφωνία των Πρεσπών που του καταμαρτυρούν πολλοί, τελικά αποδείχθηκε ότι την ήθελε ΟΛΟ το πολιτικό σύστημα άσχετα αν κάποιοι έβγαζαν και βγάζουν εθνικιστικές κορώνες για ψηφοθηρικούς λόγους. Όλοι θυμόμαστε τις επανειλημμένες επισκέψεις Κοτζιά στο προεδρικό μέγαρο για αυτό το θέμα. Θα μπορούσε, λοιπόν, τότε ο κ. Παυλόπουλος να συμβάλλει στην καλύτερη διαπραγματευτική και κυρίως νομική θωράκιση της συμφωνίας ώστε να μην την καταπατούν κατά το δοκούν οι Σκοπιανοί…
Εγώ στη θέση του θα το έσκιζα το κλχαρτο
και ας έκαναν ότι ήθελαν μετά.