Του Α. Π. Δημόπουλου
Καθώς η κρίση στη Μέση Ανατολή βαθαίνει και οι ΗΠΑ βαδίζουν προς μια προεδρική εκλογή, που προβλέπεται από πολλούς οριακή, ένα μεγάλο ερώτημα παραμένει: Πώς θα ψηφίσουν οι Αμερικανοί εβραϊκής και αραβικής καταγωγής – είναι «η Μέση Ανατολή στις εκλογές». Γιατί, βέβαια, παραδοσιακά, τόσο οι μεν όσο και οι δε στηρίζουν τους Δημοκρατικούς σε μια αναλογία 3/4 οι πρώτοι, σε μια ακόμα ευνοϊκότερη αναλογία 4/5 οι δεύτεροι. Και το πράγμα ενδιαφέρει, γιατί μπορεί οι Αμερικανοί εβραϊκής καταγωγής να είναι γεωγραφικά κατανεμημένοι κατά κύριο λόγο σε πολιτείες με προβλέψιμο «δημοκρατικό» προσανατολισμό (Νέα Υόρκη, Καλιφόρνια, Ιλινόι και Μέριλαντ), όπως και στη «ρεπουμπλικανική» Φλόριντα, ώστε μια τυχόν εκεί αλλαγή της κομματικής τους στράτευσης να μην έχει σημασία για το αποτέλεσμα, όμως αυτό δεν ισχύει για την αμφίρροπη και εκλογικά κρίσιμη πολιτεία της Πενσιλβανίας. Όπως, επίσης, οι Αμερικανοί αραβικής καταγωγής μετράνε σημαντικούς αριθμούς στην επίσης αμφίρροπη και εκλογικά κρίσιμη πολιτεία του Μίσιγκαν. Και αυτό εξηγεί, τελικά, το μεγάλο ενδιαφέρον του Τύπου και των «αναλυτών». Μικρές διαφορές στη συνήθη κομματική στράτευση των δύο ομάδων σε Πενσιλβανία και Μίσιγκαν μπορεί να κρίνουν το αποτέλεσμα των εκλογών.
Και, αρχικά τουλάχιστον, υπήρχε η αίσθηση ότι το πρόβλημα το είχε ο κ. Τραμπ. Ο οποίος, μετά την τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς την 7η Οκτωβρίου, δεν είδε σημαντική αύξηση των ποσοστών του μεταξύ των εβραϊκής καταγωγής ψηφοφόρων, παρά τη στήριξή του στο Ισραήλ. Και όχι μόνο αυτό, αλλά ο κ. Τραμπ, ο οποίος έχει προϊστορία στη δημόσια κριτική για αυτό που θεωρεί «έλλειψη υποστήριξης» και «αγνωμοσύνη» εκ μέρους των Εβραίων, πλειοδότησε, λέγοντας πλέον ευθέως ότι εάν χάσει τις εκλογές, θα ευθύνονται ακριβώς αυτοί! Μάλιστα, αναφερόμενος στο «παράδοξο», να στηρίζουν οι Εβραίοι της Αμερικής τους Δημοκρατικούς, αποκάλυψε ότι ζήτησε από τον ίδιο τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου μια εξήγηση, με τον τελευταίο να του απαντάει ότι «είναι από συνήθεια!». Με αποτέλεσμα, βέβαια, όλοι να θεωρούν ότι ο κ. Τραμπ όχι απλώς δεν θα αποκτούσε το προβάδισμα που ήθελε μέσα από τη δεξαμενή των εβραϊκής καταγωγής ψηφοφόρων, αλλά ότι η συνεχιζόμενη δημόσια έκφραση πικρίας για το αντίθετο (που δεν είναι μόνο πολιτική, αλλά και προσωπική, γιατί ο κ. Τραμπ, διαμέσου του Τζάρεντ Κούσνε, έχει πλέον εγγόνια με εβραϊκό αίμα) θα χειροτέρευε την κατάσταση. Όσο για τους ψηφοφόρους αραβικής καταγωγής επίσης θεωρήθηκε ότι η όξυνση στη Μέση Ανατολή θα έβλαπτε τον κ. Τραμπ. Αυτός δεν ήταν που μετέφερε «αδιανόητα» την πρεσβεία των ΗΠΑ στην Ιερουσαλήμ και χάρισε έτσι την απόλυτη συμβολική νίκη στο κράτος που εκείνοι θεωρούν «τρομοκράτη» και «σφαγέα»;
Όμως, τελικά, το μεγαλύτερο πρόβλημα το απέκτησε η κυρία Χάρις. Γιατί όσα συνέβησαν στη Μέση Ανατολή μετά την 7η Οκτωβρίου (και συνεχίζουν έκτοτε) έχουν υπάρξει τόσο ασυμφιλίωτα για τις δύο πλευρές, ώστε να καθιστούν αδύνατο στον οποιοδήποτε να ακολουθήσει ως προς αυτά έναν ισόρροπο «μέσο δρόμο» – ή είσαι με τους μεν ή με τους δε, οτιδήποτε άλλο εκλαμβάνεται ως «υπεκφυγή». Έτσι, και με την έννοια αυτή, η κυρία Χάρις αντιμετώπισε ένα οξύ πρόβλημα «υπεκφυγής». Δεν πήρε καθαρή θέση ούτε υπέρ του Ισραήλ (όπως έκανε ο κ. Τραμπ), υιοθετώντας και αυτή τα συνήθη οξύμωρα μισόλογα που κάνουν μονίμως γελοία την Ευρώπη (είμαστε υπέρ του δικαιώματος του Ισραήλ «σε άμυνα» αλλά «με μέτρο»), ούτε υπέρ των Παλαιστινίων, με αποτέλεσμα να δυσαρεστήσει και Εβραίους και Άραβες στην Αμερική. Στην περίπτωσή της, μάλιστα, το πράγμα ήταν πολύ πιο χειροπιαστό (σε σύγκριση με τον κ. Τραμπ), γιατί η κυρία Χάρις δεν επέλεξε τον χαρισματικό κυβερνήτη της Πενσιλβανίας Τζος Σαπίρο ως υποψήφιο αντιπρόεδρό της, ακριβώς επειδή ήταν Εβραίος, φοβούμενη ότι θα δυσαρεστούσε έτσι όχι μόνο τους αραβικής καταγωγής ψηφοφόρους, αλλά και τη λεγόμενη «προοδευτική πτέρυγα» του κόμματός της, η οποία τελεί σε «φιλοπαλαιστινιακό» αμόκ. Αλλά, τελικά, δυσαρέστησε και τους τελευταίους, γιατί με το Ισραήλ να γίνεται όλο και πιο επιθετικά νικηφόρο στον πόλεμο που έχει εξαπολύσει στην περιοχή, η κυρία Χάρις (που αδυνατεί δημόσια να το αποκηρύξει) άρχισε να φαντάζει στους «φιλοπαλαιστίνιους» οπαδούς της μία ακόμα «χρήσιμη ηλίθια» σε ένα μοτίβο που δεν θα αλλάξει ποτέ.
Αποτέλεσμα; Όσο παράδοξο και αν φαίνεται, ο κ. Τραμπ απέκτησε απρόσμενους πόντους σε αυτές τις κρίσιμες δεξαμενές ψήφων. Γιατί, αντίθετα με την κυρία Χάρις, ο κ. Τραμπ δεν ξέρει από μισόλογα, και αυτό τον βοηθάει εκεί που μετράει. Στη μεν Πενσιλβανία, γιατί η εβραϊκή κοινότητα δεν ξέχασε την έμπρακτη απόρριψή της διαμέσου της παράκαμψης του κ. Σαπίρο από την κυρία Χάρις – άλλωστε τα πρόσφατα τηλεφωνήματα μεταξύ Τραμπ και Νετανιάχου (που θα συνεχιστούν) υπενθυμίζουν ότι ο κ. Τραμπ παραμένει φίλος (αν όχι οικογένεια) του Ισραήλ. Αλλά υπάρχουν διαρροές υπέρ του κ. Τραμπ ακόμα και από τους αραβικής καταγωγής ψηφοφόρους του Μίσιγκαν. Γιατί; Λοιπόν, δεν είναι και τόσο παράδοξο, γιατί με τους ψηφοφόρους αυτούς να βλέπουν το Ισραήλ να κατεδαφίζει ακάθεκτο όσα του αντιτίθενται στην περιοχή, ανάμεσα στους Δημοκρατικούς, που αποδεδειγμένα δεν μπορούν να το σταματήσουν και στον κ. Τραμπ, που υπόσχεται και εκεί (όπως στην Ουκρανία) «ειρήνη», η «ειρήνη» ακούγεται δελεαστικότερη. Γιατί όταν χάνεις προτιμάς «ειρήνη», μήπως και κάτι διασωθεί – και «το κάτι» είναι πάντοτε καλύτερο από «το τίποτε», έτσι δεν είναι;