Η διεθνής κοινότητα παρακολουθεί παγωμένη την κούρσα προς τον προαναγγελλόμενο Αρμαγεδδώνα. Πολλές διπλωματικές Αρχές λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τις προθέσεις της Τεχεράνης για σκληρό χτύπημα
Της Μαρίας Δεναξά
Αντίστροφα μετράει ο χρόνος πλέον για ένα χτύπημα μεγάλης κλίμακας του Ιράν κατά του εβραϊκού κράτους και κανένας παράγοντας της διεθνούς κοινότητας δεν φαίνεται πρόθυμος να φρενάρει την κούρσα προς τον προαναγγελλόμενο Αρμαγεδδώνα.
Το ενδιαφέρον και η ανησυχία όλων επικεντρώνονται τώρα στην προετοιμασία για την αντιμετώπιση των χτυπημάτων που θα αποτελέσουν ένα άλμα προς το άγνωστο για την περιοχή μας και τη Μέση Ανατολή. Το Σάββατο ο εκπρόσωπος του Ιράν στα Ηνωμένα Έθνη δήλωσε ότι αναμένει από τη Χεζμπολάχ να χτυπήσει «σε βάθος» στο ισραηλινό έδαφος και «να μην περιοριστεί σε στρατιωτικούς στόχους». Αυτό σημαίνει ότι θα μπορούσαν να στοχοποιηθούν πόλεις και υποδομές. Ο ηγέτης του Κόμματος του Θεού του Λιβάνου Χασάν Νασράλα μίλησε για «αναπόφευκτη απάντηση». Το Σάββατο η υπερσυντηρητική ιρανική εφημερίδα «Kayhan» ανέφερε το ενδεχόμενο να στοχοποιηθούν το Τελ Αβίβ, το λιμάνι της Χάιφα ή στρατηγικές τοποθεσίες, όλα συνοδευόμενα από «ειδικές επιχειρήσεις».
Πέρα από τον ψυχολογικό πόλεμο, πολλές πηγές ασφαλείας και διπλωματικές Αρχές λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τις προθέσεις του Ιράν για σκληρό χτύπημα. Το ιρανικό καθεστώς φαίνεται αποφασισμένο να αντεπιτεθεί, παρά την πιθανότητα να οδηγήσει σε έναν μεγάλο πόλεμο. Τον Απρίλιο, όταν πραγματοποιήθηκαν πλήγματα κατά του Ισραήλ, ο στόχος του Ιράν ήταν να στείλει μια αυστηρή προειδοποίηση. Σήμερα ο στόχος είναι η αποτροπή. Το Ιράν θεωρεί ότι η εξόντωση του Ισμαήλ Χανίγια ήταν μια σκόπιμη πρόκληση του Ισραήλ, ώστε η κυβέρνηση Νετανιάχου να παρατείνει την ειδική επιχείρηση στη Γάζα και μετά τις αμερικανικές εκλογές και να αποκτήσει περισσότερη υποστήριξη από τους δυτικούς συμμάχους της.
Με αυτό το σκεπτικό, ο ελιγμός θα ήταν η Τεχεράνη να απαντήσει όσο το δυνατόν πιο έντονα για να ξαναστείλει την μπάλα στο γήπεδο του Ισραήλ και να το κάνει να αναλάβει τις ευθύνες της πράξης του, για τη συνέχιση ή μη των εχθροπραξιών, που μια κλιμάκωσή τους θα θόλωνε όλα τα προγνωστικά. Η επίθεση της 13ης Απριλίου δεν ήταν αποτρεπτική, οπότε το Ιράν πρέπει να προχωρήσει περαιτέρω, δηλαδή να στοχεύσει στρατηγικές τοποθεσίες, χωρίς να ανησυχεί για την αποφυγή θανάτων αμάχων ή ακόμα και ότι θα μπορούσε να οδηγήσει σε πόλεμο, επειδή πιστεύει ότι ο πόλεμος πλέον είναι αναπόφευκτος.
Τον Απρίλιο η δολοφονία στη Δαμασκό ενός ανώτερου μέλους του Σώματος των Φρουρών της Επανάστασης (του ιδεολογικού στρατού του ιρανικού καθεστώτος) οδήγησε σε σειρά ιρανικών χτυπημάτων κατά ισραηλινών εδαφών. Κατά τη διάρκεια της νύχτας της 13ης προς 14η Απριλίου εκτοξεύτηκαν περίπου 300 μη επανδρωμένα αεροσκάφη και πύραυλοι. Σχεδόν όλα αναχαιτίστηκαν, εν μέρει χάρη στον σχηματισμό ενός αμυντικού συνασπισμού. Η απάντηση του Ισραήλ ήταν τότε μετρημένη.
Περιφερειακή απειλή
Φάνηκε να έχει αποδειχθεί ότι κανείς δεν ήθελε πραγματικά έναν περιφερειακό πόλεμο και ότι ο πρωταρχικός στόχος των χωρών της περιοχής ήταν να αποκαταστήσουν την ικανότητά τους να αποτρέψουν τους εχθρούς τους. Τα θεμέλια αυτής της φαινομενικής ισορροπίας έχουν υπονομευτεί ιδιαίτερα τους τελευταίους μήνες, με φόντο τη συνεχιζόμενη αντιπαράθεση μεταξύ του Ισραήλ και της Χεζμπολάχ, που άνοιξε στον ορίζοντα το ενδεχόμενο κλιμάκωσης.
Ωστόσο, η περιφερειακή απειλή θα μπορούσε να είχε επιλυθεί με ένα σχέδιο παύσης των εχθροπραξιών στη Γάζα, το οποίο θα είχε ως αποτέλεσμα, όπως επανέλαβε ο Χασάν Νασράλα, την άμεση εξάλειψη του λιβανέζικου «μετώπου υποστήριξης». Αυτή η προοπτική απαιτούσε μια κατάπαυση του πυρός μεταξύ του Ισραήλ και της Χαμάς, η οποία είναι ακατόρθωτο να επιτευχθεί σήμερα μετά τη δολοφονία του Ισμαήλ Χανίγια…
Δημοσιεύεται στη «δημοκρατία»