Η «φιλανθρωπία» κατά τον Ροΐδη

Ο δαιμόνιος Συριανός συγγραφέας σατίρισε όσο κανείς άλλος τον φιλοτομαρισμό της εποχής του αλλά και της δικής μας

Του Παναγιώτη Λιάκου

Σαν σήμερα, το 1885, έπεσε θύμα τροχαίου ατυχήματος ο Εμμανουήλ Ροΐδης (1836-1904). Παρασύρθηκε από δύο (!) άμαξες στην οδό Φιλελλήνων, στο κέντρο της Αθήνας, και η ρόδα μιας εξ αυτών πέρασε πάνω από το κεφάλι του και του έσπασε το σαγόνι. Ο συγγραφέας του μυθιστορήματος «Πάπισσα Ιωάννα» σώθηκε μεν, αλλά αντιμετώπισε μεγάλα προβλήματα υγείας μετά το ατύχημα.

Ένα από τα πιο σπαρταριστά κείμενά του είναι το «Μονόλογος ευαισθήτου», το οποίο δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στην εφημερίδα «Εμπρός» στις 11 Νοεμβρίου του 1896 (βλ. εικόνα). Εκεί σατιρίζει τον φιλοτομαρισμό της εποχής του, της δικής μας αλλά και των επομένων εποχών, μια και η συμπεριφορά της ανθρωπότητας δεν πρόκειται να αλλάξει.

Ακολουθεί ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα:

«Προ μερικών μηνών μού έστειλεν ο αγιοχώματος μητροπολίτης Γερμανός μίαν επιτροπήν να μου ζητήσει να συνεισφέρω, ως μεγάλος κτηματίας, διά να συστηθεί εις κάθε τμήμα των Αθηνών ένα “λαϊκόν μαγειρείον”, όπου θα εύρισκαν οι πτωχοί άνθρωποι με μόνον δεκαπέντε λεπτά ένα φλιτζάνι ζουμί και ένα κομμάτι κρέας. Αν ήμουν άκαρδος, καθώς οι άλλοι, θα έδιδα κι εγώ τας είκοσι δραχμάς μου χωρίς δυσκολίαν. Η ευαισθησία μου όμως δεν μου συγχωρεί ούτε καν να συλλογισθώ ότι τρέφονται εις το πλάγι μου δυστυχείς άνθρωποι με νερόζουμο και κοιλιές, ενώ τρώγω εγώ μπαρμπούνια και φιλέτο.

Τρανή απόδειξις της υπερβολικής μου ευαισθησίας είναι και ο τρόπος όπου υπανδρεύθην. Όταν επλησίασαν να με πλακώσουν τα γεράματα, να με κουράζουν αι διασκεδάσεις και να μ’ ενοχλούν οι ρευματισμοί, αισθάνθηκα την ανάγκην να έχω ένα σπιτικόν και μίαν γυναίκα δική μου, να με περιποιείται. Καθώς πας άλλος, αγαπώ κι εγώ τις εύμορφες και πλούσιος καθώς είμαι, εύκολον ήτο να εύρω ένα νόστιμο κορίτζι, αν δεν εζητούσα προίκα. Άλλος εις την θέσιν μου θα το έκαμνεν, αλλ’ εγώ εσυλλογίσθηκα πόσον θα εβασάνιζε την ευαισθησίαν μου, αν υπανδρευόμην εύμορφην πτωχοκόρην, η ιδέα ότι μ’ επήρεν όχι διά τα ευγενή μου αισθήματα, αλλά διά τα επτά μου σπίτια. Παρά αυτήν την ανυπόφορην υποψίαν, επροτίμησα να θυσιασθώ και να πάρω πλουσίαν ασχημομούραν. Η ευγένεια της ψυχής μου είναι τόση, ώστε η μεγάλη της μύτη και τα ψεύτικά της δόντια δε μ’ εμπόδισαν όχι μόνον να φέρωμαι καλά μαζί της, αλλά και να την αγαπώ, περισσότερον ίσως παρ’ ό,τι πρέπει».

Κάτι δεν μας θυμίζουν όλα τα παραπάνω;

ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ

Please enter your comment!
Please enter your name here

Τελευταία άρθρα

Κακόμοιροι αστυνομικοί…

Αυτόν τον καιρό, και χωρίς φωτιά βέβαια δεν υπάρχει καπνός, διαβάζουμε για διάφορα «στραβοπατήματα» αστυνομικών και μερικοί -αφορμή γυρεύουν-...

Ο αναστηλωτής της ρωμιοσύνης

Στις 4 Φεβρουαρίου 1843 «έφυγε» για την αιώνια Ελλάδα ο ηγέτης της Ελληνικής Επανάστασης. Στα «Απομνημονεύματά» του ο Θεόδωρος...

Ο μάγκας που αγαπούσε τις γυναίκες και τα λουλούδια

«Εγεννήθηκα στην πρωτεύουσα των Κυκλάδων, στην ωραία Σύρα και συγκεκριμένα σε μια φτωχική συνοικία της Άνω Χώρας, ονομαζόμενη Σκαλί,...

Η πιθανή μετεγκατάσταση των Παλαιστινίων στην Ελλάδα

Η δήλωση του Ντόναλντ Τραμπ περί εκτοπισμού των Παλαιστινίων στην Ιορδανία και την Αίγυπτο, αν και πολιτικά προκλητική, είναι...